Στο πλαίσιο των ΚΔ´ Παυλείων, την Τρίτη 12 Ιουνίου το πρωί στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγίου Γεωργίου Δοβράς, πραγματοποιήθηκε όπως κάθε χρόνο η ημερίδα Ιερέων με τίτλο : «Εξωτερική και Εσωτερική Ιεραποστολή».
Στην αρχή χαιρετισμό απηύθυνε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος στο τέλος απένειμε και τα αναμνηστικά των ΚΔ΄ Παυλείων στους ομιλητές.
Πρώτος ομιλητής της ημερίδας ήταν ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μίλκας, από την Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα «Ποιμαντική και εσωτερική ιεραποστολή τού κληρικού στην ενορία»
Δεύτερος ομιλητής ήταν ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μπουρούντι κ. Ιννοκέντιος, από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, ο οποίος μίλησε περί της εξωτερικής Ιεραποστολής.
Τρίτος ομιλητής ήταν ο Αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Ραπτόπουλος, ο οποίος μίλησε για την Ιεραποστολή στις φυλακές.
Την εκδήλωση παρουσίασε ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου Σκήτης Βεροίας Αρχιμ. Πορφύριος Μπατσαράς.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Ο χαιρετισμός του Σεβασμιωτάτου :
Ὅπως κάθε χρόνο ἔτσι καί φέτος στό πρόγραμμα τῶν Παυλείων, τά ὁποῖα διοργανώνει ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Παύλου γιά εἰκοστή τέταρτη συνεχή χρονιά, ἐντάσσεται καί ἡ Ἡμερίδα τῶν κληρικῶν τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως, ἱερέων καί διακόνων, στήν ὁποία καί σᾶς καλωσορίζω μέ πολλή ἀγάπη ὅλους σας καί ἰδιαιτέρως τούς ἐκλεκτούς προσκεκλημένους ὁμιλητές μας, τούς ὁποίους καί εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας γιά τήν ἀνταπόκρισή τους στήν πρόσκλησή μας καί τήν παρουσία τους σήμερα ἐδῶ στή Βέροια, στόν ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου Δοβρᾶ πού μᾶς φιλοξενεῖ.
Τό θέμα τῆς Ἡμερίδος μας, «Ἐξωτερική καί ἐσωτερική Ἱεραποστολή», συνδέεται, ὅπως εἶναι φυσικό, ἄμεσα μέ τό γενικότερο θέμα τῶν ΚΔ´ Παυλείων πού εἶναι «Εὐαγγελισμός καί Ἱεραποστολή».
Ἡ ἔννοια τῆς ἱεραποστολῆς εἶναι, ὅπως εἶχα τήν εὐκαιρία νά πῶ καί μέ ἄλλη εὐκαιρία αὐτές τίς ἡμέρες, εἶναι στήν πραγματικότητα ταυτόσημη μέ τήν ἔννοια τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο, καί ὡς ἱερή ἀποστολή, τό σύνολο τῶν δράσεων τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί θεωρεῖται ἱεραποστολή.
Ὁ ὅρος εἶναι βεβαίως νεώτερος καί χρησιμοποιήθηκε γιά νά περιγράψει αὐτό πού ἐννοεῖ ὁ εὐαγγελικός ὅρος «εὐαγγελισμός». Διότι ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο εἶναι ἡ διάδοση τοῦ καλοῦ καί σωτηρίου μηνύματος τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ὡς σῶμα Χριστοῦ καί ὁρατό σημεῖο τῆς διαρκοῦς καί ἀνά τούς αἰῶνες ἐπεκτεινομένης παρουσίας του στόν κόσμο θέλει νά γνωρίσει τόν Χριστό στούς ἀνθρώπους, νά τούς ὁδηγήσει πρός Αὐτόν καί δι᾽ Αὐτοῦ στή σωτηρία.
Καί καθώς ἡ γνωριμία μέ τόν Χριστό δέν εἶναι μία τυπική γνωριμία, ὅπως οἱ ἀνθρώπινες, πού διεκπεραιώνεται σύντομα, ἀλλά εἶναι μία μακρά καί διά βίου προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου μέσα στήν Ἐκκλησία καί μέ τή βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι μία προσπάθεια πού σημειώνει συχνά διακυμάνσεις, ἀπομακρύνσεις, ἀρνήσεις ἀλλά καί ἐπανασυνδέσεις, γι᾽ αὐτό καί δέν μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι ὁ «εὐαγγελισμός» ὁλοκληρώνεται μέ τό νά πιστεύσει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός καί νά γνωρίσει τή διδασκαλία του, πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ὁδηγίες γιά τή σωτηρία μας, δηλαδή γιά τήν ἕνωσή μας μέ τόν Θεό καί τή θέωσή μας, πού περιλαμβάνεται στό Εὐαγγέλιο.
Ὁ εὐαγγελισμός εἶναι μία διαρκής διαδικασία κατανοήσεως καί ἐμβαθύνσεως τῆς ἀληθείας τῆς πίστεως, μία διαρκής διαδικασίας βιωματικῆς προσεγγίσεως τοῦ Χριστοῦ διά τῆς ἐμπειρίας τῶν ἁγίων καί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Εἶναι τό κήρυγμα «τοῖς ἐγγύς». Εἶναι ὅμως συγχρόνως καί τό κήρυγμα «τοῖς μακράν». Εἶναι ἡ πνευματική καθοδήγηση καί ἡ ἀνανέωση «τῆς πρώτης ἀγάπης» τῆς ψυχῆς τοῦ πιστοῦ καί βαπτισμένου χριστιανοῦ.
Εἶναι ὅμως καί τό μήνυμα τῆς σωτηρίας πού ἀπευθύνεται «τοῖς ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου καθημένοις». Εἶναι τό κήρυγμα σέ αὐτούς πού δέν ἄκουσαν ποτέ τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί γιά τούς ὁποίους ἡ Ἐκκλησία ἔχει πάντοτε χρέος καί εὐθύνη νά τούς τό κάνει γνωστό.
Δέν διαφέρει τό κήρυγμα, δέν διαφέρει τό κεφάλαιο τῆς πίστεως, πού εἶναι ἕνα καί μοναδικό: «Χριστός ἐσταυρωμένος καί ἀναστάς», «Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας», ὅπως διακηρύσσει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Στήν πραγματικότητα δέν διαφέρουν καί οἱ ἀποδέκτες τοῦ μηνύματος καί τοῦ κηρύγματος, εἶναι ψυχές «ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν». Διαφέρουν ὅμως οἱ συνθῆκες, οἱ ἀνάγκες, τό περιβάλλον. Γι᾽ αὐτό καί στό πέρασμα τῶν χρόνων οἱ ὅροι διευκρινίστηκαν ἤ ἐπαναπροσδιορίστηκαν. Γι᾽ αὐτό μιλοῦμε γιά «εὐαγγελισμό» καί «ἐπανευαγγελισμό», γιά «ἐσωτερική» καί «ἐξωτερική» ἱεραποστολή.
Ἡ μεταβολή τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς καί τοῦ κόσμου γύρω μας, οἱ ἐπιδράσεις καί οἱ ἐπιρροές ἄλλων λαῶν καί θρησκειῶν μέ διάφορους τρόπους καί γιά διάφορους λόγους, καθιστᾶ ἀκόμη καί σέ χῶρες, ὅπως ἡ πατρίδα μας, μέ ἀμιγῆ ὀρθόδοξο χριστιανικό πληθυσμό, τόν ἐπανευαγγελισμό τῶν ἀνθρώπων ἀναγκαῖο. Διότι πολλοί ἀδελφοί μας, παρότι ἔχουν βαπτισθεῖ καί μεγαλώσει σέ ἕνα χριστιανικό, τύποις τουλάχιστον, περιβάλλον, δέν γνωρίζουν τί πιστεύουν. Ἀγνοοῦν βασικές ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας, δέν ἔχουν καμία ἤ ἔχουν μία τυπική σχέση μέ τήν Ἐκκλησία καί μέ τή μυστηριακή ζωή της, «ὄνομα ἔχουν ὅτι» πιστεύουν, θά μπορούσαμε νά ποῦμε παραλλάσσοντας τόν λόγο τοῦ Θεοῦ στήν Ἀποκάλυψη, ἀλλά στήν πραγματικότητα δέν ἔχουν σχέση μέ τήν πίστη, εἶναι νεκροί ὡς πρός αὐτήν.
Ἔναντι ὅλων αὐτῶν ἡ Ἐκκλησία μας καλεῖται νά ἐκπληρώσει τήν ἀποστολή της, νά κάνει, αὐτό πού καθιερώθηκε νά ὀνομάζεται ἐσωτερική ἱεραποστολή.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, ἐξωτερική ἱεραποστολή εἶναι ὁ εὐαγγελισμός τῶν ἀνθρώπων πού δέν ἔχουν ἀκούσει ποτέ γιά τόν Χριστό, πού πιστεύουν σέ κάποια ἄλλη θρησκεία, ψεύτικη, καί ἡ Ἐκκλησία θέλει νά τούς προσεγγίσει γιά νά τούς κάνει καί αὐτούς μετόχους τῆς σωτηρίας πού μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός, γιά νά τούς κάνει τέκνα Θεοῦ καί κληρονόμους τῆς βασιλείας του.
Ὁ εὐαγγελισμός ἤ ἱεραποστολή, ἐσωτερική καί ἐξωτερική, δέν περιορίζεται ὅμως μόνο σέ ἕνα κήρυγμα, σέ μία διάλεξη, σέ μία διδασκαλία πού μεταδίδεται μέ λόγια. Ἡ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι ζῶσα καί κηρύσσεται στούς ἀνθρώπους ὄχι μόνο μέ λόγια ἀλλά καί μέ ἔργα. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός δέν πέρασε τή ζωή του μόνο διδάσκων, ἀλλά διῆλθε «εὐεργετῶν καί ἰώμενος». Καί δέν τό ἔκανε αὐτό γιά νά προσελκύσει διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ μαθητές ἤ ὀπαδούς, ἀλλά γιατί οἱ εὐεργεσίες του καί τά θαύματά του ἦταν ἔκφραση τόσο τῆς ἀγάπης του ὅσο καί τῆς δυνάμεως τῆς θείας του χάριτος.
Ἦταν ὅμως συγχρόνως καί ἕνα ὑπόδειγμα γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο οἱ ἀπόστολοι καί ἡ Ἐκκλησία ἀνά τούς αἰῶνες θά ἔπρεπε νά «μαθητεύει» τά ἔθνη καί τούς ἀνθρώπους. Δέν εἶναι ἄλλωστε χωρίς σημασία καί ἡ δύναμη πού δίδει ὁ Χριστός στούς πιστεύοντας νά κάνουν τά ἔργα τά ὁποῖα ἔκανε ὁ ἴδιος «καί μείζονα τούτων», ἀλλά καί ἡ ἔμφαση πού δίδει στά «καλά ἔργα» τῶν μαθητῶν του μέ τά ὁποῖα δοξάζεται ὁ Θεός.
Ἑπομένως ἡ ἱεραποστολή δέν εἶναι μόνο κήρυγμα, εἶναι καί ζωή. Δέν εἶναι νά πεῖς μόνο στόν ἄλλο τί πρέπει νά κάνει, ἀλλά νά τοῦ δείξεις πῶς πρέπει νά τό κάνει μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς σου.
Ὑπάρχει ὅμως καί μία ἀκόμη παράμετρος ἰδιαιτέρως σοβαρή, τήν ὁποία θά πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μας. Καί αὐτή εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο κάνουμε ἱεραποστολή.
Ἀσφαλῶς τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ νά εἶναι ἕνα, καί κοινό γιά ὅλους. Δέν εἶναι ὅμως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἴδιοι, δέν ἔχουν τίς ἴδιες ἀνάγκες καί τίς ἴδιες δυνατότητες, οὔτε τό Εὐαγγέλιο ἀπευθύνεται σέ μία μόνο ὁμάδα ἀνθρώπων. Γι᾽ αὐτό καί θά πρέπει νά προσαρμόζουμε τήν ἱεραποστολή μας στίς συνθῆκες καί τίς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων.
Αὐτό τό χρέος μας μᾶς τό ὑποδεικνύει μέ μοναδικό τρόπο ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος λέγοντας «ἐλεύθερος ὤν ἐκ πάντων πᾶσιν ἐμαυτόν ἐδούλωσα, ἵνα τούς πλείονας κερδήσω». Καί συνεχίζει: «Ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος …, τοῖς ὑπό νόμον ὡς ὑπό νόμον …, τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος …, τοῖς ἀσθενέσι ὡς ἀσθενής …, τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα ἵνα πάντως τινάς σώσω».
Αὐτός εἶναι ὁ χρυσός κανόνας, θά ἔλεγα, τῆς ἱεραποστολῆς, εἴτε πρόκειται γιά τήν ἐσωτερική, αὐτή πού κάνουμε στίς ἐνορίες μας, στίς πόλεις καί τά χωριά μας, στούς συμπολίτες καί ὁμοεθνεῖς μας, εἴτε πρόκειται γιά τήν ἐξωτερική, αὐτή πού ἀναλαμβάνουν ἀδελφοί μας χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἐκτός τῆς θείας αὐλῆς προβάτων τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἀφρική, στήν Ἀσία καί ὅπου ἀλλοῦ.
Νά γινόμασθε «τοῖς πᾶσι τά πάντα» μέ μοναδικό σκοπό τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Γιατί ἡ ἱεραποστολή δέν εἶναι καθῆκον πού τό ἐπιτελεῖς χωρίς νά σέ ἐνδιαφέρει τό ἀποτέλεσμα. Πρέπει νά φλεγόμασθε γι᾽αὐτό, ὅπως φλεγόταν καί ἡ καρδία τοῦ μεγίστου ἀποστόλου Παύλου, πού δέν ἤθελε νά σωθεῖ ἄν δέν σωζόταν καί οἱ ἄλλοι, πού πονοῦσε καί ἀγωνιοῦσε μέχρι νά μορφωθεῖ, μέχρι νά σχηματισθεῖ, στήν ψυχή τῶν ἀνθρώπων ὁ Χριστός: «Τεκνία μου, οὕς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθῇ ὁ Χριστός ἐν ὑμῖν».
Μέ αὐτές τίς εἰσαγωγικές σκέψεις, τίς ὁποῖες θά μᾶς ἀναπτύξουν καί θά μᾶς παρουσιάσουν ἀναλυτικότερα ἀπό τήν προσωπική του ἐμπειρία καί διακονία ὁ κάθε ἕνας, θά ἤθελα νά παραχωρήσω τό βῆμα στούς ἐκλεκτούς ὁμιλητές μας, τούς ὁποίους καλωσορίζω καί πάλι στήν Ἱερά Μητρόπολή μας καί τούς εὐχαριστῶ θερμά, γιατί ἀποδέχθηκαν τήν πρόσκλησή μας καί ἦρθαν σήμερα στήν Ἡμερίδα τῶν ἱερέων μας γιά νά μᾶς ἀναπτύξουν τρεῖς διαφορετικές ἀλλά ἐξίσου σημαντικές πλευρές τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας μας, τρεῖς διαφορετικές πλευρές τῆς ἱεραποστολῆς, ὅπως τίς βιώνουν καί τίς διακονοῦν οἱ ἴδιοι. Ἦρθαν καί οἱ τρεῖς γιά νά μᾶς μιλήσουν ὄχι θεωρητικά ἀλλά πρακτικά, μέσα ἀπό τή ζωή τους καί τήν καθημερινότητά τους. Νά μᾶς ποῦν γιά τίς δυσκολίες ἀλλά καί τίς χαρές τῆς ἱεραποστολικῆς διακονίας, στήν ἐνορία, στήν Ἀφρική, στίς φυλακές ὅπου ἐργάζονται πολλά χρόνια.
Εὐχαριστῶ, λοιπόν, θερμά τόν αἰδεσιμολογιώτατο πρωτοπρεσβύτερο π. Γεώργιο Μίλκα, ἀπό τήν Ἱερά Μητρόπολη Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως, πού θά μᾶς ἀναπτύξει τό θέμα «Ποιμαντική καί ἐσωτερική ἱεραποστολή τοῦ κληρικοῦ στήν ἐνορία», τόν Θεοφιλέστατο ἐπίσκοπο Μπουρούντι, πού θά μᾶς μιλήσει μέ θέμα τήν ἐξωτερική ἱεραποστολή, καί τόν πανοσιολογιώτατο ἀρχιμανδρίτη π. Γερβάσιο Ραπτόπουλο, πού ἐπί σαράντα χρόνια ἐργάζεται ἱεραποστολικά σέ ἕνα πολύ ἰδιαίτερο τομέα καί χῶρο, στόν χῶρο τῶν φυλακῶν, πού θά μᾶς μιλήσει γιά τήν ἱεραποστολή στίς φυλακές.
Τούς εὐχαριστῶ καί πάλι καί παραχωρῶ τό βῆμα στόν πρῶτο ὁμιλητή μας.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ