Την Κυριακή 26 Μαΐου το πρωΐ τελέστηκε τρισαρχιερατικό συλλείτουργο στον πανηγυρίζοντα ιερό Καθεδρικό Ναό της πολιούχου και προστάτιδος της Ιεράς Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης Αγίας Φωτεινής της Σαμαρείτιδος.
Προεξήρχε και κήρυξε το θείο λόγο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ενώ συλλειτούργησαν οι Σεβασμιωτάτοι Μητροπολίτες Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιερώνυμος, και Νέας Σμύρνης κ. Συμεών.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΒΕΡΟΙΑΣ
«Ἐμόν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργο».
Τό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ, ἔξω ἀπό τήν πόλη τῆς Σαμαρείας, γίνεται σήμερα ἡ σκηνή ἑνός ἀπό τούς θεολογικότερους καί ἀποκαλυπτικότερους διαλόγους τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ὁ Χριστός, πού βρίσκεται ἐκεῖ κουρασμένος ἀπό τήν ὁδοιπορία καί ἀναμένοντας τούς μαθητές του, εἶναι ὁ ἕνας συνομιλητής. Δέν συνομιλεῖ ὅμως μέ κάποιον διδάσκαλο τοῦ νόμου ἤ ἔστω μέ κάποιον εὐσεβῆ τηρητή του. Στό πρόσωπο μέ τό ὁποῖο συνομιλεῖ καί στό ὁποῖο ἀποκαλύπτει τίς θεῖες ἀλήθειες συναντῶνται τρία χαρακτηριστικά, τά ὁποῖα γιά κάθε ἄλλον, ἐκτός ἀπό τόν Ἰησοῦ, θά ἦταν ἀποτρεπτικά γιά νά τόν ἐπιλέξει ὡς συνομιλητή του.
Τό πρῶτο χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι εἶναι μία ἄγνωστη γυναίκα, σέ μία ἐποχή κατά τήν ὁποία οἱ γυναῖκες δέν ἐμπλέκονται σέ δημόσιες συζητήσεις καί διαθέτουν τίς προϋποθέσεις γιά αὐτές. Τό δεύτερο ὅτι εἶναι μιά γυναίκα ἀπό τή Σαμάρεια, ἐνῶ εἶναι γνωστό ὅτι «οὐ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις». Καί τό τρίτο ὅτι εἶναι μία γυναία μέ περιπετειώδη βίο, ἐφόσον, ὅπως στή συνέχεια τῆς ἀποκαλύπτει ὁ Χριστός, «πέντε ἄνδρας ἔσχε» καί αὐτόν μέ τόν ὁποῖο ζεῖ τώρα δέν εἶναι νόμιμος σύζυγός της.
Ὅμως αὐτές οἱ προκαταλήψεις πού θά ἴσχυαν γιά ἄλλους, δέν ἰσχύουν γιά τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος ἦλθε στή γῆ ὄχι μόνο «ζητῆσαι καί σῶσαι τό ἀπολωλός», ἀλλά γιατί εἶναι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος «ἐτάζει νεφρούς καί καρδίας καί τά κρυπτά τῶν ἀνθρώπων» καί διακρίνει μέσα ἀπό αὐτό τό ὁμιχλῶδες κάλυμμα τῆς ζωῆς τῆς Σαμαρείτιδος τήν ἀγαθή διάθεση τῆς ψυχῆς της. Ἡ διάθεσή της αὐτή ἀποκαλύπτεται μέ τίς ἐρωτήσεις της πρός τόν Χριστό, πού τοῦ δίνουν τήν εὐκαιρία νά ἀποκαλύψει καί Ἐκεῖνος τή δική του ἀλήθεια, τίς μοναδικές καί ἄγνωστες μέχρι τότε ἔννοιες.
Τῆς μιλᾶ γιά τή δωρεά τοῦ Θεοῦ. Τῆς μιλᾶ γιά τό ὕδωρ τό ζῶν πού προσφέρει καί τό ὁποῖο ὄχι μόνο ξεδιψᾶ αὐτόν στόν ὁποῖο τό προσφέρει ὁ Χριστός, ἀλλά καί μεταβάλλεται εἰς «πηγήν ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωήν αἰώνιον». Τῆς μιλᾶ γιά τούς ἀληθινούς προσκυνητές τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ὡς πνευματικός Θεός, ὡς πνεῦμα, εὐαρεστεῖται στήν «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» λατρεία τῶν ἀνθρώπων. Καί ἀκόμη τῆς ἀποκαλύπτει ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, γιά τόν ὁποῖο τόν ρωτᾶ ἐναγωνίως ἡ Σαμαρείτιδα γυναίκα.
Καί μπορεῖ ὁ διάλογος νά διακόπτεται ἀπό τήν ἄφιξη τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου καί τήν προσωρινή ἀποχώρηση τῆς Σαμαρείτιδας προκειμένου νά φωνάξει τούς συμπολίτες της γιά νά ἔρθουν καί αὐτοί νά γνωρίσουν τόν Χριστό, ἀλλά ὁ Χριστός συνεχίζει τίς ἀποκαλύψεις του ἀπαντώντας στούς μαθητές του πού τοῦ προσφέρουν ἀπό τίς τροφές πού ἀγόρασαν. «Ἐμόν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον».
Στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ ὁ Χριστός ἀναφέρεται σήμερα στά σημαντικά στοιχεῖα τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἀναφέρεται στό νερό καί στήν τροφή, χωρίς τά ὁποῖα δέν μπορεῖ κανείς νά ζήσει, ἀλλά συγχρόνως ἀναφέρεται καί στό νοητό ὕδωρ τῆς χάριτος καί τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ, πού ἀναγεννοῦν τόν ἄνθρωπο, καί στήν ἀναγκαιότητα τῆς ὑπακοῆς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο τρέφει τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ἡ ὑλική τροφή τό σῶμα του, ἐνῶ ἡ ἐφαρμογή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ἀντιστοιχεῖ στήν πνευματική λατρεία καί στήν ἐν πνεύματι προσκύνηση τοῦ Θεοῦ, χωρίς τόν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος «ὄνομα ἔχει ὅτι ζῇ», στήν πραγματικότητα ὅμως εἶναι νεκρός καί χωρίς προοπτική αἰωνίου ζωῆς.
«Ἐμόν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον».
Ἡ ἐπιλογική αὐτή διατύπωση τοῦ Κυρίου στόν διάλογο μέ τή Σαμαρείτιδα γυναίκα στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ γίνεται δίδαγμα καί κανόνας ζωῆς γιά ὅσους τόν ἀκολούθησαν καί βάδισαν στά ἴχνη του. Γίνεται δίδαγμα καί κανόνας ζωῆς γιά τή Σαμαρείτιδα γυναίκα, ἡ ὁποία χωρίς νά ὑπολογίσει τόν κόπο τῆς ὁδοιπορίας, ἐγκαταλείπει τήν ὑδρία της καί σπεύδει γιά νά εὐαγγελισθεῖ στούς συμπολίτες της τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ἐπιβεβαιώνοντας μέ τήν κίνησή της αὐτή ὅτι τό ὕδωρ πού προσφέρει ὁ Χριστός ξεδιψᾶ τόν ἄνθρωπο, ὥστε νά μήν ἔχει ἀνάγκη πλέον τό φυσικό ὕδωρ, καί μετατρέπεται εἰς πηγήν «ὕδατος ἁλλομένου», πού ποτίζει καί τίς ψυχές τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Γίνεται κανόνας ζωῆς γιά τή Σαμαρείτιδα γυναίκα, γιά τήν ἁγία καί ἰσαπόστολο Φωτεινή, πού κήρυξε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί μαρτύρησε γιά τήν πίστη καί τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος μέ τόση ἀγάπη τήν περιέβαλε κατά τήν πρώτη καί σωτήρια γι᾽ αὐτήν συνάντησή τους στό φρέαρ τοῦ Ἰακώβ.
Γι᾽ αὐτό καί τήν τιμοῦμε σήμερα στόν μεγαλοπρεπῆ καί περίλαμπρο αὐτόν ἱερό Μητροπολιτικό ναό τῆς Νέας Σμύρνης, τόν ὁποῖον ἀνήγειρε ἡ εὐσέβεια καί ἡ φιλοκαλία τῶν πατέρων καί τῶν προγόνων σας, γιά νά τούς θυμίζει τόν περικαλλῆ ἱστορικό ναό τῆς ἁγίας Φωτεινῆς, πού κοσμοῦσε τήν πατρίδα τους, τήν περιφανῆ πρωτεύουσα τῆς Ἰωνίας, τή Σμύρνη, τό καύχημα τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Μικρασίας, πού πλήρωσε γιά μία ἀκόμη φορά τόσο ἄδικα ἕνα βαρύτατο τίμημα, μία ὀδυνηρή καταστροφή πού πληγώνει ἀκόμη, ἑκατό σχεδόν χρόνια ἀργότερα, τίς ψυχές ὅλων τῶν Ἑλλήνων, καί ἰδιαιτέρως ὅσων κατάγονται ἀπό αὐτές τίς ἔνδοξες πατρίδες, τίς ἀλησμόνητες πατρίδες τοῦ προσφυγικοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Γι᾽ αὐτό καί αἰσθάνομαι βαθύτατα τήν ἀνάγκη νά ἐκφράσω τήν ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη μου πρός τό σεπτό πρόσωπο τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου σας, τοῦ προσφιλοῦς καί ἀγαπητοῦ ἐν Χριστῷ ἀδελφοῦ Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κύριο Συμέων, ὁ ὁποῖος μοῦ ἀπηύθυνε τήν τιμητική αὐτή πρόσκληση νά συνεορτάσω μαζί σας ἐδῶ, στόν ἱερό αὐτό καί ὑπέρλαμπρο ναό τῆς ἁγίας Φωτεινῆς, τῆς προστάτιδος τῆς Νέας Σμύρνης, καί νά προστῶ τῆς πανηγυρικῆς πολυαρχιερατικῆς θείας Λειτουργίας καί νά σᾶς ἀπευθύνω τούς ταπεινούς αὐτούς λόγους
Συγκινοῦμαι σήμερα βαθύτατα, γιατί κατάγομαι καί ἐγώ ἀπό οἰκογένεια Μικρασιατική, καί οἱ δύο γονεῖς ἦταν ἀπό τή Σμύρνη καί θυμᾶμαι μέ πολλή συγκίνηση τίς διηγήσεις τοῦ πατέρα μου, ὁ ὁποῖος μικρό παιδί ἐκκλησιαζόταν στόν παλαίφατο ναό τῆς ἁγίας Φωτεινῆς στή Σμύρνη καί εἶχε ἀκούσει τά τελευταῖα λόγια τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Χρυσοστόμου Σμύρνης πρός τό ποίμνιό του, λίγο πρίν ἀπό τή μεγάλη καταστροφή. «Ἐμόν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με πατρός καί τελειώσω αὐτοῦ τό ἔργον». Καί τό τελείωσε πράγματι ὁ μαρτυρικός ἐπίσκοπος, μένοντας «πιστός ἄχρι θανάτου» στόν Χριστό καί στό ποίμνιό του, σέ ὅσους χάθηκαν στήν ὥρα τῆς σφαγῆς καί σέ ὅσους πρόλαβαν, ὅπως ὁ πατέρας μου, νά ἐπιβιβασθοῦν σέ κάποια βάρκα, γιά νά φθάσουν μετά ἀπό ἀπίστευτες ταλαιπωρίες πολλῶν ἡμερῶν στήν Ἑλλάδα.
Ὁ πατέρας μου ἔφθασε μόνος του, μικρό παιδί, χωρίς κανένα ἀπό τούς δικούς του, μήτε τούς γονεῖς, μήτε τά ἀδέλφια μου, στόν Πειραιᾶ, καί ἀγωνίσθηκε γιά νά συνεχίσει τή ζωή του, ἔχοντας πάντοτε στόν νοῦ καί στήν ψυχή του τίς εἰκόνες τῆς πατρίδος, τῆς Σμύρνης καί τοῦ ἁγίου ποιμενάρχου της, καί τῆς μεγάλης καταστροφῆς.
Καί αἰσθάνομαι βαθύτατα εὐγνώμων, Σεβασμιώτατε Ἅγιε Νέας Σμύρνης, πού μοῦ δώσατε τήν εὐκαιρία αὐτή τήν ἡμέρα τῆς πανηγύρεως τῆς Σμύρνης ἀλλά καί τῆς Νέας Σμύρνης, τήν Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος, νά λειτουργήσω στόν ἱερό αὐτόν ναό, μνημονεύοντας ὅλους ἐκείνους, τούς πατέρες μας, οἱ ὁποῖοι τέτοια ἡμέρα ἄλλοτε πανηγύριζαν στόν ἱστορικό ναό τῆς ἁγίας Φωτεινῆς καί τῶν ὁποίων τά πνεύματα ἀοράτως παρίστανται καί ἐδῶ, ἀλλά καί ἐκεῖ, καί συμπανηγυρίζουν μαζί μας τήν ἁγία προστάτιδα τῆς Σμύρνης, τήν ἁγία ἰσαπόστολο Φωτεινή, θυμίζοντας καί σέ ὅλους ἐμᾶς πού τήν τιμοῦμε τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας ὅτι «τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν».