Τη Δευτέρα 10 Αυγούστου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό και στην Παράκληση της Θεοτόκου στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κλειδίου.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρά Κυρίου». Μέ αὐτούς τούς λόγους πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο στό Εὐαγγέλιο μακαρίζει ἡ Ἐλισάβετ τήν ἐξαδέλφη της Μαριάμ, τήν Παναγία Παρθένο, ἡ ὁποία τήν ἐπισκέφθηκε μετά τόν Εὐαγγελισμό της.
Τήν μακαρίζει, γιατί πίστευσε τόν λόγο τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ ὅτι θά πραγματοποιηθοῦν αὐτά πού τῆς εἶπε ὁ Κύριος. Τήν μακαρίζει, γιατί στήν κλήση τοῦ Θεοῦ ἡ ἀπάντησή της ἦταν «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου». Τήν μακαρίζει, γιατί χωρίς νά ζητᾶ διαβεβαιώσεις, χωρίς νά ζητᾶ ἀποδείξεις, χωρίς νά ζητᾶ οὔτε κἄν πίστωση χρόνου, ἀπαντᾶ ἄμεσα καί καταφατικά στό μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ἔστω καί ἄν ἦταν ἀδύνατο στόν ἀνθρώπινο νοῦ καί νά φαντασθεῖ ἀκόμη ὅσα τῆς ἀνήγγειλε ὁ οὐράνιος ἐπισκέπτης.
Καί ὁ μακαρισμός τῆς Ἐλισάβετ ἔχει ἰδιαίτερη σημασία, γιατί καί ἐκείνη κυοφορεῖ μέ θαυμαστό τρόπο τόν Πρόδρομο τοῦ Κυρίου, τή γέννηση τοῦ ὁποίου προεμήνυσε ὁ Θεός στόν σύζυγό της, τόν Ζαχαρία, ἀλλά ἐκεῖνος δέν πίστευσε στό μήνυμα καί ὑφίστατο ἤδη τήν τιμωρία τῆς ἀπιστίας του, καθώς παρέμενε ἄφωνος μέχρι τήν ἡμέρα τῆς γεννήσεως τοῦ υἱοῦ του, τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ τοῦ Κυρίου μας.
«Μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρά Κυρίου».
Ἡ Ἐλισάβετ εἶδε καί στή δική της ζωή νά πραγματοποιεῖται ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά στήν περίπτωσή της ἐπρόκειτο γιά ἕνα θαῦμα διαφορετικοῦ μεγέθους ἀπό αὐτό πού προανήγγειλε ὁ ἀρχάγγελος στήν Παναγία μας. Γι᾽ αὐτό καί θαυμάζει ἀκόμη περισσότερο τήν πίστη της, τήν προκαταβολική πίστη της, σέ κάτι τόσο μοναδικό. Θαυμάζει καί μακαρίζει τήν ἐμπιστοσύνη της στόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀποδεικνύει ὄχι μόνο τήν ταπείνωση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀλλά καί τήν ἀπόλυτη ὑπακοή της στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως αὐτή ἡ πίστη, τήν ὁποία μακαρίζει στό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἡ Ἐλισάβετ, εἶναι ἡ ἀληθινή καί γνήσια πίστη. Διότι μία πίστη, ἡ ὁποία θέτει ὅρους καί προϋποθέσεις, ζητᾶ διαβεβαιώσεις καί ἐχέγγυα, δέν εἶναι ἀληθινή πίστη. Ὁ Θεός δέν ἀπαγορεύει τήν ἔρευνα καί κατανοεῖ τήν ἀνθρώπινη ἀμφιβολία, ἀλλά θέλει τήν ἐμπιστοσύνη μας καί εὐλογεῖ τήν ὑπακοή μας. Μᾶς ζητᾶ νά ἐμπιστευθοῦμε τή ζωή μας στά χέρια του καί στήν ἀγάπη του, ὅπως ἐμπιστεύεται ἕνα παιδί τόν πατέρα του, γιατί θέλει τό καλό μας καί κυρίως τή σωτηρία μας, καί ἄν δέν τοῦ προσφέρουμε τήν πίστη καί τήν ἐμπιστοσύνη μας, τότε δέν μπορεῖ νά συνεχίσει τό σχέδιό του γιά μᾶς, τότε δέν μπορεῖ νά μᾶς χαρίσει αὐτά πού ἔχει ἑτοιμάσει γιά μᾶς.
Ἄν σκεφθοῦμε γιά ἕνα μόνο λεπτό τί θά συνέβαινε, ἄν ἡ Παναγία μας δέν εἶχε αὐτή τήν ἀπροϋπόθετη πίστη πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν ἀπόλυτη ὑπακοή πρός τόν Θεό, θά κατανοήσουμε τή σημασία τῆς ἐμπιστοσύνης καί τῆς ὑπακοῆς της ἀλλά καί τή σημασία τοῦ μακαρισμοῦ τῆς Ἐλισάβετ.
Ζοῦμε σέ ἕναν κόσμο ὁ ὁποῖος ἀμφιβάλλει γιά τά πάντα, σέ ἕνα κόσμο γεμάτο ἀπό καχυποψία καί ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης τοῦ ἑνός ἀνθρώπου πρός τόν ἄλλο, ἀκόμη καί γιά τά βασικά καί τά στοιχειώδη, γι᾽ αὐτό καί ὁ κόσμος μας παραπαίει καί οἱ ἄνθρωποι δέν ξέρουν ποῦ βαδίζουν, γιατί τούς λείπει τό στήριγμα πού προσφέρει ἡ πίστη στόν Θεό καί ἡ ἐμπιστοσύνη στήν ἐπί γῆς εἰκόνα του, στόν ἄνθρωπο.
Ὅμως ἔχουμε ἀνάγκη τήν πίστη γιά νά προχωρήσουμε στή ζωή μας, καί ἔχουμε ἀκόμη μεγαλύτερη ἀνάγκη τήν πίστη στόν Θεό, αὐτή τήν πίστη, τήν ἁπλῆ, τήν εἰλικρινῆ, τήν ἀληθινή πίστη πού εἶχε ἡ Κυρία Θεοτόκος, πρός τήν ὁποία ψάλαμε καί ἀπόψε τόν Μικρό Παρακλητικό Κανόνα, καί τήν ὁποία μακαρίζει ἡ Ἐλισάβετ.
Ἄν ὁ Θεός ἐπέλεξε τήν Παναγία ἀνάμεσα στά ἑκατομμύρια τῶν γυναικῶν γιά νά τήν κάνει Μητέρα τοῦ Υἱοῦ του, ὁ λόγος δέν ἦταν μόνο ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός της, ἦταν καί ἡ μεγάλη πίστη της. Καί αὐτή τήν πίστη διδάσκει ἡ Παναγία μας καί σέ μᾶς μέ τή ζωή της. Τή διδάσκει μέ τή σιωπηλή καί ὑπάκουη παρουσία της δίπλα στόν Υἱό καί Θεό της ὅλα τά χρόνια τῆς ζωῆς της, πού τήν ἀξίωσε νά ἀναδειχθεῖ ὑψηλοτέρα τῶν οὐρανῶν, δέσποινα καί βασίλισσα τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων καί νά παρακάθηται στόν θρόνο τῆς δόξης τοῦ Υἱοῦ της δεχόμενη τά αἰτήματα τῶν καρδιῶν μας.
Γι᾽ αὐτό καί στά αἰτήματα πού ἀπευθύναμε ἀπόψε πρός τήν Παναγία μας, ἄς προσθέσουμε καί αὐτά: Ἄς τήν παρακαλέσουμε πρωτίστως νά μᾶς χαρίσει τήν πίστη πού διέθετε καί ἐκείνη, μία πίστη χωρίς ἀμφιβολίες, ἀλλά καί νά μᾶς προστατεύει ἀπό τόν πειρασμό πού καί πάλι ἐλλοχεύει στή ζωή τοῦ καθενός μας, στήν πατρίδα μας καί στόν κόσμο, ἀπό τόν πειρασμό τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ, καί νά μᾶς διατηρεῖ σώους καί ὑγεῖς, τηρώντας καί ἐμεῖς πάντοτε τίς ὑποδείξεις καί τίς ὁδηγίες τῶν εἰδικῶν πού ἔχουν τήν εὐθύνη γιά τήν προστασία τοῦ λαοῦ μας.
Ἀλλά ἐμεῖς ἀπευθύναμε σήμερα στήν Παναγία μας καί στόν Υἱό της καί μία ἀκόμη αἴτηση, διότι, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ἰδιαίτερα σήμερα κουνηθήκαμε ἀπό τόν σεισμό, πού εἶναι ἕνας φόβος γιά ὅλους μας, καί ζητήσαμε ἀπό τόν Θεό νά ἄρει αὐτόν τόν φόβο καί νά διασκεδάσει καί αὐτόν τόν πειρασμό.
Ἰδιαίτερα αὐτή τήν περίοδο τοῦ Δεκαπενταυγούστου θά πρέπει νά ζητοῦμε ἀπό τήν Παναγία μας, πού εἶναι πρέσβειρα δική μας στόν Θεό, νά μᾶς βοηθήσει καί στό θέμα τοῦ κορωνοϊοῦ καί στό θέμα αὐτό πού ἀναζωπυρώνεται, ὅπως ἀκοῦμε, καί εἶναι ἕνας πειρασμός τόν ὁποῖο μόνο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τή βοήθεια τῆς Παναγίας μας θά μπορέσουμε νά τόν ξεπεράσουμε, ὥστε νά μπορέσουμε νά ἑορτάσουμε τό Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ, τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας.