Την Μεγάλη Τρίτη το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου :
«Μή με τήν σήν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τό ἔλεος».
Μέ αὐτή τήν ἱκεσία πρός τόν ἐλεήμονα καί φιλεύσπλαγχνο Κύριο ὁλοκληρώνεται τό ὑπέροχο Δοξαστικό τῆς Κασσιανῆς, τό ὁποῖο μόλις ἀκούσαμε, καί στό ὁποῖο ἡ ἱερή ὑμνογράφος ἀποτυπώνει τήν προσευχή τῆς πρώην ἁμαρτωλῆς γυναικός πού ἔπλυνε μέ τό πολύτιμο μύρο τά πόδια τοῦ Κυρίου προκειμένου νά τοῦ ἐκφράσει τήν εὐγνωμοσύνη της γιά τίς ἁμαρτίες της πού τῆς συγχώρησε.
Καί ἡ ἱκεσία αὐτή, πού συνοδεύεται ἀπό τή βεβαιότητα τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, δίδει μία φωτεινή καί αἰσιόδοξη διέξοδο στό ἀδιέξοδο σκότος τῆς ἁμαρτίας πού περιγράφεται στό Δοξαστικό. Ἐκφράζει τήν κραυγαλέα ἀντίθεση πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στόν βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καί στό πέλαγος τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀναπτερώνει τήν ἐλπίδα κάθε ἁμαρτωλοῦ, ὥστε νά κινηθεῖ πρός τή μετάνοια καί τήν ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Καί αὐτή ἡ ἀντίθεση, πού τόσο ἀριστοτεχνικά ἀποτυπώνεται ὄχι μόνο στό Δοξαστικό τῆς Κασσιανῆς ἀλλά καί σέ πολλούς ἀπό τούς ὕμνους τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Τετάρτης πού ψάλαμε ἀπόψε, δέν εἶναι ἕνα σχῆμα λόγου, ἀλλά εἶναι ἀλήθεια καί πραγματικότητα.
Διότι, ἐάν ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνα δεδομένο στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου, καθώς κανένας δέν μπορεῖ νά ζήσει ἔστω καί μία ἡμέρα στή γῆ καί νά μήν ἁμαρτήσει, τό δεύτερο δεδομένο εἶναι ἡ ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ ὅτι δέν ἦλθε στή γῆ γιά νά καλέσει δικαίους ἀλλά ἁμαρτωλούς στή μετάνοια.
Καί ἡ ὑπόσχεση αὐτή σημαίνει ὅτι ὁ κάθε ἁμαρτωλός, ἀκόμη καί αὐτός πού γιά χρόνια κυλίσθηκε στόν βόρβορο τῆς ἀσωτίας καί τῆς ἀκολασίας, ἀκόμη καί αὐτός πού ἔζησε σέ ὅλη τήν ἔκτασή του τόν ζόφο τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπό τόν Θεό, ἔχει ἐλπίδα καί ἔχει προοπτική νά λυτρωθεῖ ἀπό τό βάραθρο καί τό σκοτάδι στό ὁποῖο βρίσκεται καί ἀπό τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά ξεφύγει· ἔχει ἐλπίδα νά ἀποδεσμευθεῖ ἀπό ὅ,τι τόν κρατᾶ δέσμιο καί νά δεῖ καί πάλι τό φῶς.
Καί ἡ ἐλπίδα του αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τό ἔλεος καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο· δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή δύναμη τῆς μετανοίας πού μπορεῖ νά τόν ὁδηγήσει ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, πού μπορεῖ νά τόν παρακινήσει νά ζητήσει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν του καί νά πλύνει μέ τά δάκρυά του τά πόδια τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.
Ἡ ἐλπίδα αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἐλπίδα πού μπορεῖ νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος, πού μπορεῖ νά ἔχει ὁ καθένας μας προσωπικά. Γιατί γιά ὅλα τά ἄλλα πού μᾶς προβληματίζουν ἤ μᾶς βαρύνουν στή ζωή μας ὑπάρχουν πολλές διέξοδοι καί λύσεις, γιά τήν ἁμαρτία ὅμως ὑπάρχει μόνο μία, ὑπάρχει ἡ μετάνοια καί ἡ ἄφεση πού προσφέρει ὁ Χριστός ἀνεξάρτητα ἀπό τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν πού φέρει ὁ κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς. «Ἐάν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐάν δέ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ», ὑπόσχεται ὁ Θεός διά τοῦ προφήτου Ἡσαΐου.
Δέν ἔχει σημασία πόσες εἶναι οἱ ἁμαρτίες, ὁ Θεός τίς συγχωρεῖ ὅλες καί μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τό βάρος τους, γιατί γι᾽ αὐτές ἔστειλε τόν Υἱό του στή γῆ καί θυσιάσθηκε ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἐξαλείφοντάς τες μέ τό πανάγιο Αἷμα του.
Καί τό ἀποδεικνύει καί στήν περίπτωση τῆς ἁμαρτωλῆς γυναικός πού μνημονεύει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας. Προσῆλθε μετανοημένη. Ζήτησε ἀπό τόν Χριστό τό ἔλεος καί τή συγχώρηση καί τήν ἔλαβε. Γι᾽ αὐτό καί ἐπέστρεψε γιά νά τόν εὐχαριστήσει μέ αὐτόν τόν μοναδικό τρόπο, πλύνοντάς του τά πόδια μέ τό πολύτιμο μύρο καί σφογγίζοντάς τα μέ τά μαλλιά της.
Ἐπέστρεψε, ἀδιαφορώντας γιά τό τί ἔλεγαν οἱ ἄλλοι γι᾽ αὐτήν καί γιά τό μύρο τό ὁποῖο προσέφερε. Αὐτή αἰσθανόταν ἐλεύθερη ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας. Αἰσθανόταν ὅτι ἀπαλλάχθηκε ἀπό τόν βόρβορο καί τόν ζόφο της καί μποροῦσε νά βλέπει καί πάλι τό φῶς.
Ἄν δέν τό αἰσθανόταν αὐτό, εἶναι βέβαιο ὅτι δέν θά εἶχε οὔτε τή δύναμη οὔτε τή διάθεση νά ἐπιστρέψει γιά νά ἐκφράσει τήν εὐγνωμοσύνη της στόν Χριστό. Αἰσθάνεται ὅμως τή δωρεά τῆς ἀγάπης του, τή δωρεά τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν της καί ἀντιπροσφέρει τήν ἀγάπη της στόν Χριστό.
Ἡ μετάνοιά της ἀποτελεῖ ἔκφραση τῆς ἀγάπης της πρός τόν Σωτήρα καί λυτρωτή τῆς ψυχῆς της, πού πιστοποιεῖ καί ὁ ἴδιος· ἀποτελεῖ τό κλειδί πού ἀνοίγει τίς ἁλυσίδες πού τήν κρατοῦσαν δέσμια καί τήν εἰσάγει στό περιβάλλον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Ἀδελφοί μου, ἀκούοντας καί ἐμεῖς ἀπόψε τήν ἱκεσία τῆς ἁμαρτωλῆς γυναικός πού προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας ὡς πρότυπο μετανοίας, ἄς μήν τήν ἐπαναλάβουμε μόνο μέ τά χείλη μας, ἀλλά ἄς σπεύσουμε ἐν μετανοίᾳ νά παρακαλέσουμε τόν ἀμέτρητο ἔχοντα τό ἔλεος Χριστό νά χαρίσει καί σέ ἐμᾶς τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καί νά μᾶς ἀξιώσει νά δοῦμε τό φῶς τῆς Ἀναστάσεώς του νά καταυγάζει τήν ψυχή μας καί νά διώχνει τό σκότος καί τόν ζόφο τῆς ἁμαρτίας.