Με λαμπρότητα πανηγύρισε το διήμερο 13 και 14 Ιουνίου η Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων Βεργίνης.
Την παραμονή της εορτής τελέστηκε πανηγυρικός Εσπερινός χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ο οποίος κήρυξε και το θείο λόγο.
Ανήμερα της εορτής το πρωί ο Σεβασμιώτατος προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας και κήρυξε το θείο λόγο, ενώ μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας ακολούθησε μοναστηριακή τράπεζα.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στον Εσπερινό:
«Τῶν ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ μαρτύρων σου, ὡς πορφύραν καί βύσσον τά αἵματα, ἡ Ἐκκλησία σου στολισαμένη, δι᾽ αὐτῶν βοᾷ σοι, Χριστέ ὁ Θεός», θά ψάλλουμε σέ λίγο.
Μία ἑβδομάδα μετά τή γενέθλιο ἡμέρα της, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἑορτάζει αὔριο τόν μεγαλύτερο θρίαμβό της. Ἑορτάζει ὅλα ἐκεῖνα τά μέλη της, ὅλους ἐκείνους πού ἔζησαν σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Κυρίου καί κέρδισαν τόν οὐρανό, κέρδισαν «τήν ἡτοιμασμένην βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου», καί ἀπέδειξαν ὅτι οὔτε τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ εἶναι μία οὐτοπία, οὔτε οἱ ὑποσχέσεις του ψεύτικες. Τό ἀπέδειξαν στίς πιό δύσκολες καί ἀντίξοοες συνθῆκες, μέσα σέ διωγμούς σκληρούς καί ἀπάνθρωπους, μέσα σέ μαρτύρια καί αἵματα, μέσα σέ συγκρούσεις μέ αἱρέσεις καί ἰδεολογίες, ἀλλά καί μέσα ἀπό τόν σιωπηλό, ἀδυσώπητο ὅμως πόλεμο τοῦ κόσμου καί τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ αἰῶνος τούτου.
Οἱ ἅγιοι Πάντες τούς ὁποίους τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία μας τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν Πεντηκοστή καί πανηγυρίζει εὐφρόσυνα ἡ Ἱερά μας αὐτή Μονή, ἡ ἀνακειμένη στήν προστασία τους, εἶναι οἱ μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, οἱ μάρτυρες τῆς Θεότητος καί τῆς ἀληθείας του, οἱ μάρτυρες τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀναστάσεώς του. Εἶναι αὐτοί πού μαρτύρησαν στίς ἀρένες τῶν σταδίων καί στά δόντια τῶν θηρίων, ἀλλά καί αὐτοί πού μαρτύρησαν στίς παλαίστρες τῶν ἀσκητικῶν πόνων καί τῶν πειρασμῶν. Αὐτοί πού ἔδωσαν τή μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ «ἐν ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς», ἀλλά καί στίς πλατεῖες τοῦ κόσμου καί στόν ἀγώνα τῆς καθημερινότητος. Αὐτοί πού πέρασαν τή ζωή τους μέσα στήν ἄσκηση καί ἐκεῖνοι πού σάν τόν εὐγνώμονα ληστή κέρδισαν τόν οὐρανό μέ ἕνα «μνήσθητί μου, Κύριε», μέ ἕνα «χριστιανός εἶμαι καί χριστιανός θά πεθάνω».
Ὅλα αὐτά, τά τόσο διαφορετικά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ἔγιναν μάρτυρές του, πέρασαν ἀπό τή στρατευομένη στή θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, ἀφήνοντας στόν κόσμο τόν κόσμο τῶν αἱμάτων καί τῶν δακρύων τους, γιά νά κοσμεῖ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ «ὡς πορφύρα καί βύσσος», ὡς ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τους στόν Χριστό, ὡς διαρκής μαρτυρία τῆς πίστεώς του, ὡς στολισμός πολύτιμος πού θά ἐμπνέει ὅλους ἐμᾶς πού ἀγωνιζόμεθα ἀκόμη γιά νά φθάσουμε ἐκεῖ πού ἔφθασαν ἐκεῖνοι, οἱ ἅγιοι Πάντες, καί μᾶς περιμένουν «ἵνα μή χωρίς τελειωθῶσι».
Ὅμως οἱ ἅγιοι Πάντες δέν εἶναι μόνο μάρτυρες τῆς πίστεως καί τῆς ἀληθείας τοῦ Χριστοῦ, δέν εἶναι μόνο τό στολίδι τῆς Ἐκκλησίας πού καυχᾶται καί σεμνύνεται γι᾽ αὐτούς. Εἶναι καί μεσίτες της στόν Χριστό. Εἶναι οἱ πρεσβευτές της στόν θρόνο τῆς Χάριτος. Εἶναι οἱ ἅγιοι Πάντες πού δέν μᾶς περιμένουν μόνο στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐργάζονται γι᾽ αὐτό. Μέ τήν παρρησία πού ἔχουν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ἄλλοι γιατί θυσίασαν τή ζωή τους, ἄλλοι γιατί συσταυρώθηκαν μαζί του καί νέκρωσαν τόν παλαιό ἄνθρωπο μέ τήν ἄσκηση καί τήν ὑπακοή καί ἀπέκτησαν «νοῦν Χριστοῦ», ἄλλοι γιατί ὑπερασπίθηκαν τά σωτηριώδη διδάγματά του ἀπό τίς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν, ἄλλοι γιατί δίδαξαν τό Εὐαγγέλιό του καί ἔκαναν γνωστό τό ὄνομά του στούς ἀνθρώπους, ὅλοι αὐτοί παρακαλοῦν τόν Χριστό γιά ἐμᾶς. Τόν παρακαλοῦν νά μᾶς χαρίσει τούς οἰκτιρμούς καί τό ἔλεός του.
Καί ἐμεῖς τί κάνουμε; Τούς τιμοῦμε ἁπλῶς καί ἐπικαλούμεθα μόνο τίς πρεσβεῖες τους; Τό πρῶτο εἶναι ἀσφαλῶς χρέος μας καί τό δεύτερο ἀνάγκη τῆς ψυχῆς καί τῆς ζωῆς μας. Ὅμως δέν ἀρκοῦν αὐτά. Γιατί οἱ ἅγιοι Πάντες δέν μαρτύρησαν καί δέν ἁγίασαν γιά νά κερδίσουν τήν τιμή μας. Μαρτύρησαν καί ἁγίασαν ἀνοίγοντας καί γιά μᾶς τόν δρόμο πρός τόν οὐρανό μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς τους καί τοῦ ἀγῶνος τους. Μαρτύρησαν, γιά νά ἔχουμε ἐμεῖς τή βεβαιότητα ὅτι ὁ κόπος καί ὁ ἀγώνας μας δέν εἶναι λάθος, δέν εἶναι ἄδικος, δέν εἶναι χωρίς ἀνταπόδοση. Μαρτύρησαν, γιά νά ἔχουμε ἕνα μέτρο γιά νά συγκρίνουμε τήν πίστη μας καί τήν ἀγάπη μας γιά τόν Χριστό. Γιά νά συγκρίνουμε τούς κόπους μας μέ τούς δικούς τους, τήν ὑπακοή τους μέ τή δική μας. Γιά νά συγκρίνουμε τή δική τους ὑπομονή, προσευχή, δύναμη ψυχῆς μέ τίς δικές μας ταπεινές καί φτωχές προσπάθειες, τή δική τους ἀπέραντη ἀγάπη γιά τόν Χριστό μέ τή δική μας ἀσθενική ἀγάπη. Ὄχι γιά νά ἀπογοητευθοῦμε, ὄχι γιά νά ἐγκαταλείψουμε τήν προσπάθεια, ἀλλά γιά νά μᾶς παρακινήσουν νά ἀγωνισθοῦμε πιό συστηματικά, μέ περισσότερη δύναμη, μέ περισσότερο ζῆλο, μέ περισσότερη θέληση καί περισσότερη ὑπακοή.
Ἄς προσπαθήσουμε νά τούς μιμηθοῦμε, νά γίνουμε καί ἐμεῖς μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, μάρτυρες στήν προαίρεση. Ἄς τούς τιμοῦμε μέ τόν καθημερινό μας ἀγώνα καί ἄς μακαρίζουμε τήν ἁγία ζωή τους, γιά νά τούς ἔχουμε πάντοτε βοηθούς καί συναντιλήπτορες στήν πορεία μας πρός τήν ἐν Χριστῷ ζωή.
Αὐτό εὔχομαι ταπεινά καί πατρικά καί στήν Ἱερά αὐτή Ἀδελφότητα πού τούς διακονεῖ καί τούς ὑμνεῖ καθημερινά, μετά ἀπό τόσο χρόνια πού αὐτό τό μοναστήρι πρός τιμήν τῶν ἁγίων Πάντων σιωποῦσε, σιωποῦσε καί στούς ὕμνους ἀλλά ἀκόμη καί στά καντηλάκια καί τά κεράκια, ἀλλά καί σέ ὅλους τούς εὐλαβεῖς προσκυνητές τῆς Ἱερᾶς μας Μονῆς πού ἤρθατε γιά νά τιμήσετε τούς Ἁγίους Πάντεςνά ἔχετε τήν εὐλογία καί τή χάρη τους.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία:
«Ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καί τήν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν δι᾽ ὑπομονῆς τρέχωμεν τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα».
Ἐάν τήν περασμένη Κυριακή, Κυριακή τῆς Πεντοκοστῆς, διά τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν ὁ Ὕψιστος», σήμερα Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων ζοῦμε αὐτή τήν ἑνότητα, ζοῦμε τήν ἑνότητα, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ ἔργο τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος, στά πρόσωπα τῶν πάντων τῶν ἁγίων, τῶν ἀπ᾽ αἰῶνος εὐαρεστησάντων τόν Θεόν.
Τήν βλέπουμε ὄχι μόνο στόν οὐρανό, ὅπου εὑρίσκονται οἱ ἅγιοι, ἀλλά καί ἐπί γῆς, στή στρατευομένη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στήν ὁποία οἱ ἅγιοι Πάντες ἀοράτως παρίστανται ὡς «νέφος περικείμενον ἡμῖν», πού μᾶς προστατεύει μέ τίς πρεσβεῖες καί τή χάρη τους, πού μᾶς ἐνισχύει καί ἐνθαρρύνει μέ τά θαύματα τους, πού μᾶς συμπαραστέκεται στόν πνευματικό μας ἀγώνα μέ τήν αἰσθητή παρουσία τους στή ζωή μας.
Τήν ἑνότητα αὐτή τή ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος πού ἑνώνει γῆ καί οὐρανό, πού μᾶς ἑνώνει ὅλους στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο ἐπιβεβαιώνει τόν λόγο τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου ὅτι εἴμεθα «σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους».
Καί μποροῦμε νά τή ζοῦμε καί σέ αὐτή τή ζωή ἀλλά καί στήν πληρότητά της αἰωνίως, ἐάν ἀκολουθοῦμε τήν προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τήν ὁποία ἀπηύθυνε καί σέ μᾶς μέ τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα.
«Ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καί τήν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν δι᾽ ὑπομονῆς τρέχωμεν τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα».
Ἕνας τρόπος ὑπάρχει, ἀλλά ἔχει δύο προϋποθέσεις, γιά νά τό ἐπιτύχουμε. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο μποροῦμε νά κερδίσουμε καί ἐμεῖς τόν οὐρανό, τόν ὁποῖο ἀπολαμβάνουν οἱ ἅγιοι Πάντες, οἱ ὁποῖοι ὑπέστησαν ὅλα αὐτά τά φοβερά πού μᾶς παρουσίασε ἀνάγλυφα τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, εἶναι ἡ ὑπομονή.
«Δι᾽ ὑπομονῆς τρέχωμεν τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα». Δέν μᾶς ζητᾶ ὁ Θεός οὔτε νά ὑποστοῦμε βασανιστήρια καί μαρτύρια, οὔτε νά κλεισθοῦμε σέ σπήλαια καί ὀπές τῆς γῆς. Ζητᾶ ὅμως ἀπό τόν καθένα μας νά ἀγωνίζεται τόν δικό του ἀγώνα, αὐτόν πού ἀντιμετωπίζει καθημερινά, τίς δυσκολίες, τούς πειρασμούς, τίς θλίψεις καί ὅ,τι ἄλλο ἐπιτρέψει ὁ Θεός νά τόν ἐπισκεφθεῖ. Καί μᾶς ζητᾶ νά ἀγωνιζόμεθα μέ ζῆλο καί διάθεση, ὄχι μέ ἀδράνεια καί νωθρότητα. «Τρέχωμεν», λέγει, «τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα». Καί «τρέχωμεν … δι᾽ ὑπομονῆς», ὄχι δυσανασχετώντας καί δυσφορώντας, ἀλλά μέ ὑπομονή, διότι ἡ ὑπομονή μας θά μᾶς κάνει νά μήν ἐγκαταλείψουμε τόν ἀγώνα ἀλλά νά τόν κερδίσουμε στό τέλος κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου «ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν».
Ὑπάρχουν ὅμως καί δύο προϋποθέσεις γιά νά τρέξουμε μέ ἐπιτυχία τόν ἀγώνα μας.
Ποιές εἶναι αὐτές; «Ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καί τήν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν», λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος.
Ὁ ὄγκος ἀπό τόν ὁποῖο καλούμεθα νά ἀπαλλαγοῦμε εἶναι, γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ὕπνος, ἡ ὀλιγωρία, οἱ εὐτελεῖς λογισμοί, πάντα τά ἀνθρώπινα, ὅλα ὅσα μᾶς ἐμποδίζουν νά τρέξουμε, ὅλα ὅσα γίνονται πρόσκομμα στήν ὑπομονή μας, ὅλα ὅσα μπορεῖ νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν στόχο μας καί νά μᾶς ἀποτρέψουν ἀπό τήν προσπάθειά μας. Ὄγκος εἶναι ὅλα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα φέρει ὁ καθένας μέσα στήν ψυχή του, οἱ ἀδυναμίες καί τά πάθη του.
Αὐτή εἶναι ἡ πρώτη προϋπόθεση. Καί ἡ δεύτερη εἶναι ἡ ἀπαλλαγή μας ἀπό τήν «εὐπερίστατον ἁμαρτίαν», ἀπό ὅλες δηλαδή τίς προκλήσεις τῆς ἁμαρτίας καί τούς πειρασμούς πού κυκλοφοροῦν γύρω μας μέ ποικίλες μορφές. Δέν σημαίνει, βεβαίως, αὐτό ὅτι μποροῦμε νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τούς πειρασμούς, μποροῦμε ὅμως καί πρέπει νά μήν βάζουμε μόνοι μας τόν ἑαυτό μας σέ πειρασμό καί νά μήν ὑποκύπτουμε μέ εὐκολία στίς προκλήσεις τῆς ἁμαρτίας. Διότι, ὅπως ἕνας ἀθλητής, ἕνας δρομέας δέν μπορεῖ νά ἐπιτύχει τό ἀποτέλεσμα πού ἐπιδιώκει, ἄν ἡ προσοχή του διασπᾶται μέ ὅ,τι βλέπει ἤ ἀκούει γύρω του, ἔτσι καί ἐμεῖς θά πρέπει νά κλείνουμε τά αὐτιά μας καί τά μάτια καί νά ἀποφεύγουμε «τήν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν», ὥστε νά εἴμαστε ἀφοσιωμένοι στόν ἀγώνα μας, ἀφοσιωμένοι νά φθάσουμε στόν στόχο μας, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή συνάντησή μας μέ τόν Χριστό, ἀπό τό νά ζοῦμε μέ τόν Χριστό, ὄχι μόνο στό μέλλον, ἀλλά καί ἀπό αὐτή τή ζωή. Διότι, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀρχίζει ἀπό τή γῆ, καί μόνο ὅποιος τή ζεῖ ἀπό τόν κόσμο αὐτόν, θά μπορέσει νά τή ζήσει καί στόν οὐρανό, ἐκεῖ ὅπου τό νέφος πάντων τῶν ἁγίων, τούς ὁποίους τιμοῦμε σήμερα μᾶς περιμένει γιά νά ἀπολαύσουμε ὅλοι μαζί «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη», ὅσα δηλαδή ἑτοίμασε ὁ Θεός «τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν».
Αὐτά εὔχομαι νά ἀξιωθοῦμε νά ζήσουμε διά πρεσβειῶν τῶν ἁγίων Πάντων, καί ἡ Ἱερᾶ αὐτή Ἀδελφότης πού διακονεῖ τούς ἁγίους μέ ἀφοσίωση καί πολλή ἀγάπη, καί ὅλοι οἱ εὐλαβεῖς προσκυνητές καί συμπανηγυριστές τῆς σημερινῆς ἑορτῆς τῶν Ἁγίων Πάντων.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ