Την Κυριακή 3 Οκτωβρίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο Λόγο στον μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου επι τη εορτή του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου προστάτου των Νομικών.
Παρέστησαν εκπρόσωποι του Δικηγορικού Συλλόγου Βεροίας, Δικαστικοί και άλλοι επίσημοι.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του τόνισε:
«Ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τήν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ».
Στόν Ἄρειο Πάγο ὁδηγεῖ τόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος καταδιωκόμενος ἀπό τούς Ἑβραίους τῆς Βεροίας καί τῆς Θεσσαλονίκης καταφεύγει στήν Ἀθήνα, ἡ περιέργεια τῶν Ἀθηναίων.
Ὅσοι τόν ἄκουσαν νά συζητᾶ στήν ἀγορά τῆς πόλεως ἤθελαν νά τόν ἀκούσουν νά τούς ἀναπτύσσει διεξοδικώτερα τήν νέα διδασκαλία πού κόμιζε στήν πόλη τους, γιατί, ὅπως ἐπιτυχημένα σχολιάζει ὁ ἱερός συγγραφέας τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων καί συνέκδημος τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς, γιά τίποτε ἄλλο δέν εἶχαν περισσότερο χρόνο οἱ Ἀθηναῖοι ἀπό τό νά συζητοῦν καί νά ἀκοῦν νέες ἀπόψεις.
Δέν ἦταν ὅμως στήν πραγματικότητα ἡ περιέργεια τῶν Ἀθηναίων πού ἔφερε τόν μεγάλο ἀπόστολο στό πιό ἐπίσημο βῆμα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, στόν Ἄρειο Πάγο. Ἦταν ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ πού τόν κατηύθυνε ἐκεῖ γιά νά ἀκουσθεῖ ἀπό τόν τόπο τοῦ πιό φημισμένου δικαστηρίου τῆς ἀρχαιότητος τό μήνυμα τῆς θείας δικαιοσύνης.
Ἦταν ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ πού ὁδήγησε τόν ἀπόστολό του νά κηρύξει τό μήνυμα τῆς εἰρήνης τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν λόφο πού ἔφερε, κατά τήν παράδοση, τό ὄνομα τοῦ θεοῦ τοῦ πολέμου, τοῦ Ἄρη.
Γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο πού κηρύττει ἐνώπιον τῶν Ἀθηναίων τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί ἀποκαλύπτει τό Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἦρθε στήν γῆ γιά νά μᾶς γνωρίσει τόν ἀληθινό Θεό καί νά μᾶς καταστήσει τέκνα του καί κληρονόμους τῆς βασιλείας του, ὁ Θεός εἶναι Θεός τοῦ ἐλέους, εἶναι Θεός πού συγχωρεῖ τούς ἀνθρώπους γιά ὅσα ἔπραξαν στόν καιρό πού δέν τόν γνώριζαν, καί τούς καλεῖ τώρα νά μετανοήσουν, νά ἀλλάξουν νοῦ καί νοοτροπία καί νά ἀκολουθήσουν τήν ὁδό τήν ὁποία Ἐκεῖνος χαράσσει μέ τόν νόμο του, τήν ὁδό τῆς δικαιοσύνης, σύμφωνα μέ τήν ὁποία θά κρίνει τόν κόσμο κατά τήν ἡμέρα, τήν ὁποία ὅρισε ὁ ἴδιος ὡς ἡμέρα κρίσεως τοῦ κόσμου.
Ὁ Θεός τόν ὁποῖο ἐπιχειρεῖ νά γνωρίσει μέ τό κήρυγμά του ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος στούς Ἀθηναίους εἶναι Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς συγχωρήσεως, ἀλλά ἡ ἀγάπη καί ἡ συγχώρηση πρέπει νά ἔχουν ὅρια, ὥστε νά μήν καταλήγουν στήν ἀδικία.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ Θεός τῆς ἀγάπης εἶναι συγχρόνως καί Θεός τῆς δικαιοσύνης πού γνωρίζει καί νά ἀνέχεται, νά ὑπομένει καί νά συγχωρεῖ, ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἀδιαφορεῖ γιά τό δίκαιο καί τή δικαιοσύνη. Δέν μπορεῖ νά ἀνέχεται τήν καταπάτηση τοῦ δικαίου καί τήν ἐμμονή σ᾽ αὐτήν, γιατί ἀποτελεῖ ἀποδοχή τῆς ἀδικίας καί τοῦ ἀδίκου.
Γι᾽ αὐτό καί ἐνῶ σέβεται τήν ἐλευθερία τοῦ ἀτόμου, τήν ὁποία ὁ ἴδιος ὡς Δημιουργός χάρισε στόν ἄνθρωπο, θέτει νόμο καί ὅρια πρός διασφάλιση τοῦ δικαίου, καί σύμφωνα μέ αὐτά θά κρίνει τούς ἀνθρώπους κατά τήν ἡμέρα «ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τήν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ».
Ὁ ὅρος αὐτός, μέ τόν ὁποῖο περιγράφει τόν τρόπο τῆς μελλούσης κρίσεως τῶν ἀνθρώπων ἀπό τόν Χριστό ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀποδεικνύει καί τό μεγαλεῖο τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, καθώς, ἄν καί Δημιουργός τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων, ὁ Θεός δέν κρίνει αὐθαίρετα, ὅπως θά μποροῦσε, δέν κρίνει προσωποληπτώντας, ἀλλά κρίνει «ἐν δικαιοσύνῃ», δεσμευόμενος ἀπό τούς ὅρους πού ὁ ἴδιος ἔθεσε καί ἀποκαλύπτοντας ἔτσι τό ἀληθινό νόημα τῆς δικαιοσύνης.
Αὐτό ὑπηρετοῦσε, προφανῶς, καί ὁ Ἀρεοπαγίτης Διονύσιος ὁ ὁποῖος ἄκουσε τόν ἀπόστολο Παῦλο νά μιλᾶ, ἐκεῖ ὅπου καί ὁ ἴδιος ἀπένειμε τήν κατ᾽ ἄνθρωπον δικαιοσύνη, γιά τόν δικαιοκρίτη «ἄγνωστο» Θεό καί ἐντυπωσιάσθηκε καί συγκινήθηκε καί θέλησε νά μάθει περισσότερα γι᾽ Αὐτόν.
Γι᾽ αὐτό καί ἐνῶ οἱ περισσότεροι ἀποχώρησαν, ὅταν ὁ Παῦλος ἀναφέρθηκε στήν ἀνάσταση ὡς ἀπόδειξη τῆς ἀληθείας τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος παρέμεινε καί προσεκολλήθη στόν Παῦλο γιά νά κορέσει τή δίψα τῆς ψυχῆς του γιά δικαιοσύνη.
Ἔτσι ὁδηγήθηκε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί ἔγινε ἀπό ὑπηρέτης τῆς ἀνθρωπίνης δικαιοσύνης, κήρυκας τῆς δικαιοσύνης καί ὁδηγός τῶν ἀνθρώπων στόν Θεό, ὁ ὁποῖος «δικαιοσύνας ἠγάπησε».
Ἔγινε διάκονος τοῦ Θεοῦ, γιατί πίστευσε ὅτι μέ τήν πίστη του στόν Χριστό θά μποροῦσε νά προσεγγίσει περισσότερο τήν ἀληθινή καί ἀπροκατάληπτη δικαιοσύνη, πού ὑπερβαίνει τά σχήματα τοῦ κόσμου, καί νά βοηθήσει στή διάδοσή της μεταξύ τῶν ἀνθρώπων.
Καί ἔγινε πρότυπο δικαστοῦ, γιατί ἐπέλεξε μεταξύ τῆς ὑποκειμενικῆς ἀνθρωπίνης δικαιοσύνης, τήν ἀκλινῆ καί αἰώνια δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ, καταλείποντας παράδειγμα ἰσχυρό καί φωτεινό γιά ὅλους τούς ὁμοτέχνους του, ὅσους ἔθεσαν στόχο τῆς ζωῆς τους νά ὑπηρετοῦν τό δίκαιο καί νά συμβάλλουν στήν ἑδραίωσή τους στόν κόσμο μας, σέ ἕναν κόσμο στόν ὁποῖο συχνά ἐπικρατεῖ τό δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου καί παραγνωρίζονται τά δικαιώματα τῶν ἀσθενεστέρων, σέ ἕναν κόσμο πού παρότι ἀναζητᾶ τή δικαιοσύνη, εὔκολα παρασύρεται ἀπό τήν ἀδικία.
Ἔγινε καί εἶναι ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὁ ἐπιφανής καί ἅγιος συνάδελφος καί προστάτης σας, πρότυπο δικαστοῦ πού δέν παύει ποτέ νά ἀναζητᾶ τό δίκαιο πέρα ἀπό τό γράμμα τοῦ νόμου, τό ὁποῖο συχνά ἀποδεικνύεται ἄδικο, νά ἀναζητᾶ τό πνεῦμα τῆς δικαιοσύνης, πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τό πνεῦμα τοῦ δικαίου καί δικαιοκρίτου Θεοῦ.
Τιμώντας, λοιπόν, σήμερα τή μνήμη τοῦ προστάτου σας ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, εὔχομαι ἀπό καρδίας τό παράδειγμά του νά σᾶς ἐμπνέει, νά σᾶς ἐνισχύει καί νά σᾶς καθοδηγεῖ στό δύσκολο καί εὐθυνοφόρο ἔργο τῆς ἀπονομῆς τῆς δικαιοσύνης, ὥστε νά συμβάλλετε καί σεῖς στήν ἐπικράτηση τοῦ δικαίου, πού ἀποτελεῖ τό θεμέλιο τῆς εἰρήνης καί τῆς εὐημερίας τοῦ κόσμου, αὐτή τήν ὁποία ὅλοι ἐπιθυμοῦμε καί εὐχόμεθα.