Αγιοκατάταξη Γέροντα Αμφιλοχίου Μακρή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

GerontasAmfiloxiosPatmou.jpg

GerontasAmfiloxiosPatmou.jpg

 

«Ὁ Ὅσιος Ἀμφιλόχιος τῆς Ἱερᾶς Νήσου Πάτμου.

Ὁ ἠγαπημένος υἱὸς τοῦ Ἠγαπημένου Μαθητοῦ».

 

Ἀρχιμ. Ἱερεμίου Γεωργαλῆ

 

«Ἰδοὺ χαρὰ ἡμῖν γέγονε μεγάλην,  ἥτις ἒσται παντὶ τῷ τῆς Ἐκκλησίας πληρώματι». Ὡς φωνὴ ὑδάτων πολλῶν ἐξερχομένη ἐκ τοῦ σεβασμίου Συνοδικοῦ τῆς Μητρὸς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἠκούσθη ἡ  συνοδικὴ ἀπόφαση τῆς ἁγιοκατατάξεως τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀμφιλοχίου Μακρῆ,  τοῦ θαυμαστοῦ Γέροντος τῆς Ἱερᾶς Νήσου Πάτμου.

Ἀπὸ καιροῦ ἀναμένοντες τὴν ἀπόφαση τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐνορία τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης – Ὁσίου Νικοδήμου Βεροίας, μὲ τὴν εὐλογία καὶ τὴν ἀπόφαση τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Παντελεήμονος, προετοίμασε στὸ πνευματικὸ της κέντρο παρεκκλήσιο τὸ ὁποῖο ἀφιέρωσε στὸν Ὅσιο Γέροντα Ἀμφιλόχιο Μακρῆ.  

«Γέροντα ποὺ φέρνεις τῆς ψυχῆς τοὺς ρεμβασμούς, ἀλήθεια στὴ γῆ πατεῖς καὶ εἶσαι  στοὺς οὐρανούς». Σ᾽  αὐτὸ τὸ δίστιχο, ὁ πρωτογιὸς τοῦ ὁσίου Γέροντος Ἀμφιλοχίου τῆς Πάτμου, ὁ μακαριστὸς Προηγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Ἀρχιμανδρίτης Παῦλος Νικηταρᾶς, συμπυκνώνει ὅλη τὴν ἡγιασμένη βιοτὴ τοῦ μακαρίου τούτου Γέροντος. Ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου ὑπῆρξε σημεῖο μέγα γιὰ τὸν παρελθόντα πολύπαθο 20ο αἰώνα. Ὡς ἠγαπημένος τοῦ ἠγαπημένου μαθητοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ὡς ἐραστὴς τῆς μοναχικῆς πολιτείας τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Χριστοδούλου τοῦ Λατρηνοῦ, ὡς γνήσιο τέκνο καὶ ἀκριβὴς συνεχιστὴς τῆς Κολλυβαδικῆς παραδόσεως, ὡς τέκνο πνευματικό τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, ὡς φλογερὸς ἱεραπόστολος καὶ γενναῖος πατριώτης, πορεύθηκε τὴν στενή και τεθλιμμένη ὁδὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ εἰσῆλθε νικητὴς καὶ τροπαιοφόρος στὴν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποῖας οὐκ ἔσται τέλος.

Ὁ Ὅσιος Γέροντας Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου ὑπῆρξε κυρίως καὶ πρωτίστως νηπτικὸς Πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας, κεκαθαρμένος τῶν παθῶν τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ πνεύματος, φωτισμένος ὑπὸ τοῦ Παναγίου Πνεύματος νοῦς, ἐργάτης καὶ καθηγητὴς τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ὀρθόδοξος μοναχὸς διὰ τοῦτο καὶ γνήσιος ἱεραπόστολος. Ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὁ Γέροντας, ἀποκαλύπτοντας τὸν ἡσυχαστικὸ τρόπο τῆς ζωῆς του: «Ἡ εὐχὴ εἶναι ἡ βάσις τῆς τελειότητος. Δὲν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος καθαρμοῦ καὶ ἁγιασμοῦ ἀπὸ τὴν νοερὰ προσευχή. Αὐτὴ ἐγέμισε τὸν Παράδεισο ἀπὸ Ἁγίους ἀνθρώπους. Παρεκάλεσα τὸν Κύριο νὰ σᾶς δώσει τὸ χάρισμα τῆς εὐχῆς. Δέν ἔχω ἄλλο δῶρο νὰ σᾶς δώσω. Θέλω αὐτὸ ποὺ θεωρῶ τὸ πιὸ πολύτιμο νὰ σᾶς τὸ παραδώσω».

         Γεννημένος τὸ 1889 στὸ ἱερὸ νησὶ τῆς Πάτμου, ἀνατράφηκε, ὑπὸ τῶν ἀειμνήστων καὶ θεοσεβῶν γονέων του, ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. Συντόνισε τὴν παιδικὴ του καρδιὰ μὲ τὰ ἠδύλαλα σήμαντρα καὶ τὶς μεγαλοπρεπεῖς καμπάνες τῆς Μονῆς τοῦ Μεγάλου Θεολόγου. Τὸ Μάρτιο τοῦ 1906 εἰσέρχεται, ὡς δόκιμος, στὸ Μεγάλο Μοναστήρι καὶ στὶς 27 Αὐγούστου τοῦ ἰδίου ἔτους κείρεται μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἀμφιλόχιος. Ἡ φιλοκαλία, τὰ ἀσκητικὰ κείμενα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ τοῦ Ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου ἦταν τὸ ἐντρύφημὰ του. Ἐλάχιστο ἦταν τὸ φαγητὸ του, συνεχεῖς οἱ μετάνοιες, μιὰ σανίδα τὸ κρεβάτι του, πρῶτος στὴν ἀκολουθία, ὄρθιος στὸ στασίδι του, ὑπάκουος στούς γεροντάδες, εὐγενής στούς τρόπους, σεμνός στό ἦθος, ἱεροπρεπὴς στὸ ὕφος, ἀσκητικὸς στὸ φρόνημα. Τὸ 1911 μὲ λαχτάρα ἐπισκέπτεται τὸ Ἅγιον Ὄρος. Στὶς 23 Μαρτίου 1913 στὸ ἐρημητήριο τοῦ Ἀπολλώ κείρεται μεγαλόσχημος μοναχὸς ἀπὸ τὸν αὐστηρὸ Πνευματικό, Ἱερομόναχο Μακάριο Ἀντωνιάδη. Τὸν Μάϊο τοῦ 1913 γίνεται προσκυνητὴς τῶν Ἁγίων Τόπων. Συνδέεται μετὰ ἱεροῦ συνδέσμου μὲ τὸν Ἅγιο Νεκτάριο. Μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ Ἡγουμενοσυμβουλίου τῆς Μονῆς χειροτονεῖται Διάκονος καὶ ἐν συνεχείᾳ Πρεσβύτερος. Ὑπηρετεῖ ὡς ἐφημέριος τῆς Μεγάλης Μονῆς, Προϊστάμενος τοῦ Προσκυνήματος τῆς Παναγίας τῆς Διασωζούσης καὶ τοῦ Ἱεροῦ Σπηλαίου τῆς Ἀποκαλύψεως. Τὸ 1935 ψηφίζεται, ὑπὸ τῆς Πατμιακῆς Ἀδελφότητος, Καθηγούμενος καὶ Πατριαρχικὸς Ἔξαρχος Πάτμου. Ἀντιστέκεται μὲ σθένος στὰ σχέδια τῶν Ἰταλῶν κατακτητῶν, στὴν προσπάθεια, δηλαδή, ἐξιταλισμοῦ τῆς Δωδεκανήσου καὶ τῆς αὐτονόμησης τῶν νησιῶν ἀπὸ τὴν Μητέρα Ἐκκλησία, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ ὑπαγωγῆς αὐτῶν στὸν Πάπα τῆς Ρώμης. Γι᾽ αὐτὸν τὸν ἀγώνα του ἐξορίσθηκε ἀπὸ τὴν Πάτμο, ὑπὸ τῶν Ἰταλῶν κατακτητῶν. Τὴν ἴδια περίοδο ἀρχίζει νὰ ὀργανώνει τὸ ἱερὸ γυναικεῖο κοινόβιο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ὑπὸ ἀντίξοες συνθῆκες, μὲ τὴν ἄμεση συνεργασία τῆς πνευματικῆς του κόρης, τῆς δασκάλας ἀπὸ τὴν Κάλυμνο, Καλλιόπης Γούναρη, τῆς μετέπειτα πρώτης Ἠγουμένης τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, Εὐστοχίας μοναχῆς.

 Ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου ἵδρυσε μονές, ἀνέστησε μοναστήρια, ἐξαπέστειλε ἱεραποστόλους, ἀναζωπύρωσε τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, καλλιέργησε τὴ νοερὰ προσευχή, περιέθαλψε ὀρφανά, σπούδασε παιδιά, ἐλέησε πτωχούς, νουθέτησε ἰσχυρούς, ἵδρυσε πρῶτος κατηχητικὰ σχολεῖα, προσέφερε στὴν Ἐκκλησία πλειάδα πνευματικῶν του τέκνων κληρικῶν, μοναχῶν καὶ λαϊκῶν. Ἠγάπησε τὴν φύση καὶ εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πρῶτος φύτευσε πεύκα στὴν ἄνυδρη γῆ τῆς Πάτμου. Δὲν ἔπαψε ποτέ, μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, νὰ περιδιαβαίνει τὰ ἠγαπημένα του Δωδεκάνησα, καὶ ὄχι μόνο, καὶ ὡς φιλόστοργος πατὴρ νὰ ἐξομολογεῖ, νὰ θεραπεύει, νὰ παρηγορεῖ, νὰ ἐνισχύει, νὰ ἐνθουσιάζει, νὰ εὐλογεῖ, νὰ ἁγιάζει εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ μοναδικοῦ Σωτῆρος τοῦ κόσμου. Στὶς 16 Ἀπριλίου τοῦ 1970 ἡ μακαρία του ψυχή, ὁλοφώτεινη καὶ λαμπερή, ἀπῆλθε ἐκ τῶν προσκαίρων καὶ εἰσῆλθε θριαμβευτικὰ εἰς τὰς οὐρανίους μονάς. Τὰ σημεῖα τῶν θεοδωρήτων χαρισμάτων του καὶ τῆς ἁγιότητὸς του ἦταν ἐμφανὴ καὶ ἐγνωσμένα πρίν, ἀκόμα, ἀπὸ τὴν μακαρία κοίμησὴ του. Ἔγραφε τὸ Πάσχα τοῦ 1991 ὁ τότε Χαλκηδόνος καὶ νῦν Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος: «Ἡ Πάτμος εἶναι ἱερὸ νησὶ ἀπὸ τὸν αʹ μ.Χ. αἰώνα, ἀλλὰ ὁ π. Ἀμφιλόχιος μὲ τὴν ἁγία ζωὴ του τὴν ἔκανε ἀκόμη πιὸ ἱερή. Ὁ Γέροντας ὑπῆρξε ἕνας σύγχρονος Ἅγιος, γιατὶ  εἶχε πίστη,  ὑπομονή, ταπεινοφροσύνη, σωφροσύνη, πνευματικὴ ἀγάπη καὶ ἄλλες ἀρετές, ἴδιες τῶν Ἁγίων. Ὁ π. Ἀμφιλόχιος ἦταν ἰδεώδης πνευματικὸς πατήρ, γιατὶ εἶχε ἐπιτύχει ὁ ἴδιος τὴν ἁγιότητα». Ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἀμφιλοχίου Μακρῆ χαρᾶς πολὺς ἐπλήρωσε  τὰ φιλόθεα καὶ φιλάγια τέκνα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τοὺς λόγους τοῦ μακαριστοῦ Προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Πάτμου, Ἐπισκόπου Τράλλεων κυροῦ Ἰσιδώρου ἐπαναλαμβάνοντες λέγομεν: «Σκιρτῶν ἐρρίγησεν ὁ  Αἰγαῖος Πόντος, δεχθεὶς ἐπὶ τῶν νώτων αὐτοῦ τὴν θωπείαν τῆς ἀπὸ Βοσπόρου ἐκχυθείσης αὔρας,  φερούσης αὐτῷ αἴσια ἀπὸ Εὐξείνου ἀκούσματα».

Ὅσιε Γέροντα Ἀμφιλόχιε πρέσβευε ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.