Την Παρασκευή 6 Αυγούστου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού Ναούσης. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος ευλόγησε τους καρπούς της αμπέλου.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:«Ἐγέρθητε … οἱ συγκάμπτοντες εἰς γῆν τήν ψυχήν μου λογισμοί· ἐπάρθητε καί ἄρθητε εἰς ὕψος θείας ἀναβάσεως».
Μέ αὐτά τά λόγια ἀπευθύνεται ὁ ποιητής τοῦ Οἴκου τῆς σημερινῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου πρός τούς λογισμούς του καί τούς προτρέπει νά παύσουν νά κρατοῦν τήν ψυχή του στραμμένη πρός τή γῆ, καί νά ἀρθοῦν καί αὐτοί στό ὕψος τῆς θείας ἀναβάσεως· νά ἀνεβοῦν στό Θαβώρ γιά νά δοῦν καί νά αἰσθανθοῦν τό θαῦμα πού ἐπιτελεῖται σήμερα.
Ἡ ἀναφορά τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου στούς λογισμούς, στόν νοῦ δηλαδή καί τή σκέψη τοῦ ἀνθρώπου, δέν εἶναι τυχαία, διότι αὐτοί προσδιορίζουν ὄντως τίς περισσότερες φορές τόν τόπο στόν ὁποῖο βρίσκεται ἡ ψυχή καί τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συμπεριφέρεται.
Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά βρίσκεται μέ τό σῶμα στή φυλακή ἤ νά ὑφίσταται βασανιστήρια, ἡ ψυχή του ὅμως μπορεῖ νά εἶναι ἐλεύθερη καί νά βρίσκεται κοντά στό Θεό. Ἀντίθετα πάλι, μπορεῖ τό σῶμα του νά βρίσκεται στόν ναό τοῦ Θεοῦ, ἡ ψυχή του ὅμως νά εἶναι ἀποῦσα καί μακριά ἀπό τόν ἱερό χῶρο στόν ὁποῖο βρίσκεται τό σῶμα του, γιατί ὁ λογισμός εἶναι αὐτός πού τήν κρατᾶ μακριά ἀπό τόν τόπο στόν ὁποῖο βρίσκεται.
Καί ὅπως ὁ νοῦς εἶναι αὐτός πού καθορίζει τόν τόπο στόν ὁποῖο βρίσκεται ἡ ψυχή, ἔτσι καί ἡ ψυχή προσδιορίζει αὐτό πού βλέπει καί αἰσθάνεται τό σῶμα.
Αὐτό συμβαίνει καί σήμερα ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ, ὅπου ἀνῆλθε ὁ Χριστός μέ τούς τρεῖς μαθητές του.
Τόν ἔβλεπαν τόν Χριστό οἱ μαθητές του καθημερινά, ἀλλά ἔβλεπαν τήν ἀνθρώπινη φύση του, χωρίς ἡ ψυχή τους νά εἶναι ἱκανή νά δεῖ τά σημάδια τῆς θείας του φύσεως. Καί σήμερα συμβαίνει κάτι μοναδικό· ὁ Χριστός τούς δίνει τή δυνατότητα νά δοῦν τό φῶς καί τή λάμψη τῆς θεότητός του, νά λάβουν πρόγευση τῆς δόξης του, νά αἰσθανθοῦν πῶς θά εἶναι καί τό θεωμένο ἀνθρώπινο σῶμα μετά τή δεύτερη ἔλευση τοῦ Κυρίου μας.
Καί ἦταν τόσο μοναδική καί τόσο γλυκεία αὐτή ἡ ἐμπειρία πού βίωσαν οἱ μαθητές, ὥστε, ὅταν συνῆλθαν ἀπό τήν ἔκπληξη καί τό θάμβος, ζητοῦν νά μείνουν ἐκεῖ, ἐπάνω στό ὄρος Θαβώρ, γιά νά ἀπολαμβάνουν τή θέα τῆς δόξης τοῦ Θεανθρώπου καί νά ζοῦν τή γλυκύτητα τῆς θείας παρουσίας του.
Γι᾽ αὐτό δέν εἶναι μόνο ὁ Χριστός πού μεταμορφώνεται στό ὄρος Θαβώρ, εἶναι καί οἱ ἀπόστολοι πού ζοῦν τή δική τους μεταμόρφωση. Γίνονται θεατές τοῦ θείου φωτός καί τῆς θείας δόξης καί ζοῦν καί αὐτοί τήν καλή ἀλλοίωση τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Οἱ τρεῖς μαθητές δέν κατεβαίνουν ἀπό τό ὄρος τῆς Μεταμορφώσεως ὅπως ἀνέβηκαν, γιατί δέν εἶναι δυνατόν κανείς νά ἀξιωθεῖ, ἔστω καί γιά λίγο, αὐτή τή χάρη καί νά παραμείνει ἴδιος. Δέν εἶναι δυνατόν νά αἰσθανθεῖ κανείς τήν ἡδονή τῆς θείας παρουσίας καί νά ἐπιθυμεῖ στή συνέχεια τήν ἀσχήμια καί τήν εὐτέλεια τῶν ὑλικῶν πραγμάτων.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει ἀγγίξει τά κράσπεδα τοῦ οὐρανοῦ, ἀντιλαμβάνεται τήν πραγματική ὀμορφιά καί τήν πραγματική δόξα γιά τήν ὁποία ἔχει πλάσει ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο· ἀντιλαμβάνεται ὅτι τίποτε «τῶν τοῦ κόσμου τερπνῶν» δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τήν ὡραιότητα καί τή λαμπρότητα τήν ὁποία ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στούς ἀνθρώπους πού πιστεύουν σέ αὐτόν καί «ἀκούουν» τοῦ Υἱοῦ του.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου πού ἔχει ζήσει τό βίωμα τῆς Μεταμορφώσεως ἀρχίζει νά ἀναζητᾶ περισσότερο τόν Θεό, ἀρχίζει νά εὐφραίνεται περισσότερο ἀπό τήν παρουσία του, ἀρχίζει νά μήν εἶναι ἱκανοποιημένη ἀπό τή γῆ καί τήν ὕλη, τά ταπεινά καί ἐφήμερα, καί στρέφεται εὐκολότερα στόν Θεό, ἀπελευθερωμένη ἀπό τούς λογισμούς, πού τήν κρατοῦν δεσμευμένη στή γῆ, ὅπως γράφει καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος.
Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς πού ἀξιωνόμεθα σάν τούς μαθητές τοῦ Κυρίου νά ζήσουμε μέσα στή Ἐκκλησία καί διά τῶν μυστηρίων της τό θαῦμα τῆς Μεταμορφώσεως, ἄς μιμηθοῦμε τό παράδειγμα τῶν μαθητῶν τοῦ Κυρίου, καί ἄς προσπαθήσουμε νά ζοῦμε τήν ἐμπειρία τῆς Μεταμορφώσεως διαρκῶς στή ζωή μας, στρέφοντας τήν προσοχή μας ἀπό τά ἁμαρτωλά στά ἅγια καί ἀπό τά γήινα στά οὐράνια.
Ἄς φροντίσουμε περισσότερο νά μεταμορφώσουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τήν ψυχή μας, παρά νά μεταμορφώσουμε μέ τά μέσα πού προσφέρει ἡ σύγχρονη ἐποχή τό σῶμα μας. Γιατί αὐτό εἶναι φθαρτό, ἐνῶ ἡ ψυχή μας εἶναι αἰώνια, καί ἡ δική της μεταμόρφωση θά μᾶς ἐξασφαλίσει τήν αἰώνια ζωή, ἐκεῖ ὅπου «οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος», ὅπως ὁ ἐν τῷ ὄρει Θαβώρ μεταμορφωθείς Χριστός.
Εἶναι στό χέρι μας, γιατί ἡ Ἐκκλησία μᾶς δίδει τήν εὐκαιρία καί τή δυνατότητα νά ζοῦμε μέσα στήν Ἐκκλησία, μέσα στή θεία Λειτουργία αὐτό τό θαῦμα τῆς Μεταμορφώσεως καί νά μεταμορφωνόμεθα καί ἐμεῖς, ἰδιαίτερα ὅταν λαμβάνουμε Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ καί γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι μέ τόν Χριστό. Ἔχουμε τό ἴδιο σῶμα καί τό ἴδιο αἷμα μέ τόν Χριστό. Μεταμορφωνόμεθα καί ἐμεῖς. Ἄρα εἶναι στό χέρι τό δικό μας νά μήν χάνουμε αὐτές τίς εὐκαιρίες, ἀλλά ἔχοντας, μέσα ἀπό τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, μέσα ἀπό τήν ἱερά Ἐξομολόγηση καθαρή τήν ψυχή μας, πράγματι νά μεταμορφωνόμεθα καί νά ἁγιαζόμεθα καί νά ζοῦμε κάθε φορά αὐτή τή μεταμόρφωση.
Τί λέμε τελειώνοντας τή θεία Λειτουργία; «Εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον». Ἄν πράγματι ζοῦμε τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας κάθε φορά καί κάθε φορά πού προσευχόμεθα, θά ἀλλοιωνόμεθα τήν καλήν ἀλλοίωσιν καί θά λάμπουμε καί θά μεταμορφωνόμεθα καί θά γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι μέ τόν Κύριό μας. Εἶναι στό χέρι μας. Ἄς ἀξιοποιήσουμε ὅλες αὐτές τίς εὐκαιρίες πού μᾶς δίδει ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία.