Την Πέμπτη 3 Οκτωβρίου το βράδυ ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην εσπερινή Θεία Λειτουργία αφιερωμένη στους άνδρες της ενορίας στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Κυμίνων.
Ο Σεβασμιώτατος στο τέλος κήρυξε το θείο λόγο και συνεχάρη τον Προϊστάμενο του Ιερού Ναού Πρωτ. Χρήστο Αιγίδη για την νέα δράση της ενορίας.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
Σήμερα καί αὔριο ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή μνήμη δύο ἁγίων ἐπισκόπων Ἀθηνῶν, τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, ὁ ὁποῖος σύμφωνα μέ τίς Πράξεις τῶν ἀποστόλων ἄκουσε τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου καί πίστευσε στόν Χριστό, καί τοῦ ἁγίου Ἱεροθέου, ὁ ὁποῖος καί αὐτός κατά τήν παράδοση ὑπῆρξε μαθητής τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου. Καί οἱ δύο μάλιστα ἅγιοι συνδέονται καί μέ ἕνα ἀκόμη σημαντικό γεγονός, αὐτό τῆς παρουσίας τους μέ θαυμαστό τρόπο στά Ἱεροσόλυμα κατά τήν κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου μαζί μέ τούς ἀποστόλους. Ὅταν οἱ ἀπόστολοι μετεφέρθησαν μέ σύννεφα στά Ἱεροσόλυμα, μέ τόν ἴδιο τρόπο μετεφέρθησαν καί οἱ δύο ἅγιοι.
Καί ἔχει ἰδιαίτερη σημασία, γιατί οἱ δύο αὐτοί ἅγιοι εἶναι οἱ μόνοι πού ἀξιώθηκαν νά ἀπολαύσουν τήν ἴδια τιμή μέ τούς μαθητές τοῦ Κυρίου, ἴσως γιατί ὁ ἅγιος Διονύσιος καί ὁ ἅγιος Ἱερόθεος πίστευσαν στόν Χριστό καί ἐγκατέλειψαν τά πάντα γιά χάρη του μέ τρόπο ἀνάλογο μέ αὐτόν πού τό ἔκαναν οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ. Πίστευσαν ἄμεσα, χωρίς νά καθυστερήσουν, χωρίς νά ὑπολογίσουν τί ἄφηναν πίσω τους καί τί ἐπρόκειτο νά ἀκολουθήσει.
Ὑπάρχουν κάποιοι ἄνθρωποι πού κατακρίνουν τήν ἀμεσότητα καί συκοφαντοῦν τόν αὐθορμητισμό. Κάποιοι πού θεωροῦν ὅτι ἡ συμπεριφορά αὐτή εἶναι χαρακτηριστική τῆς γυναικείας φύσεως, ἡ ὁποία ἀντιδρᾶ περισσότερο μέ τό συναίσθημα καί λιγότερο μέ τή λογική, καί δέν ταιριάζουν στή φύση τῶν ἀνδρῶν. Γι᾽ αὐτό καί πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι πού κρατοῦν ἀπόσταση ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀπό τόν Χριστό καί ἀπό τήν πίστη, θεωρώντας ὅτι ὅλα αὐτά δέν συνάδουν μέ τή στιβαρότητα τῆς λογικῆς πού χαρακτηρίζει τήν ἀνδρική φύση.
Ὅμως μία πίστη πού εἶναι προϊόν λογικῆς διεργασίας, πού εἶναι ἀποτέλεσμα ὑπολογισμῶν δέν εἶναι αὐτή πού ζητᾶ ὁ Χριστός. Διότι ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά περιορισθεῖ καί νά προσεγγισθεῖ μέ τήν ἀνθρώπινη λογική. Ἡ πίστη εἶναι ἡ ὑπέρβαση τῆς λογικῆς πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στόν Θεό.
Ὅποιος νομίζει ὅτι μπορεῖ νά ἀναλύσει καί νά κατανοήσει τά πάντα μέ τόν νοῦ του, αὐτός στό τέλος χάνει τόν Θεό. Γιατί ὁ Θεός δέν θέλει μόνο τόν νοῦ μας, δέν θέλει μόνο τή λογική μας, θέλει καί τήν καρδιά μας. Θέλει νά τόν ἐμπιστευθοῦμε καί ἄς μήν καταλαβαίνουμε κάποιες φορές στήν ἀρχή πολλά γι᾽ Αὐτόν. Θέλει νά τοῦ ἀνοίξουμε τήν καρδιά μας καί νά τόν ἀφήσουμε νά μᾶς μιλήσει, ὅπως θέλουμε νά κάνουν καί τά παιδιά μας μέ μᾶς. Θέλει νά παραμερίσουμε τίς ἀμφιβολίες καί τά ἐρωτήματα γιά νά μήν χάσουμε τήν οὐσία, γιά νά μήν χάσουμε τή συνάντησή μας μαζί του, γιά νά μήν χάσουμε τήν εὐκαιρία νά μᾶς ἀποκαλύψει ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό του, ὅπως τό ἔκανε στίς Μυροφόρες.
Δέν εἶναι ἀδυναμία ἡ ἄνευ ὅρων πίστη στόν Χριστό· δέν εἶναι ἀφέλεια ἡ αὐθόρμητη καί καλοπροαίτερη πίστη, γιατί ἀποτελοῦν ἀπόδειξη ὅτι ὅποιος τή διαθέτει, διαθέτει συγχρόνως καί τήν ταπείνωση νά παραδεχθεῖ ὅτι ἀντιλαμβάνεται τήν ἀδυναμία του νά κατανοήσει τά πάντα καί γι᾽ αὐτό ἔχει περισσότερη ἐμπιστοσύνη στόν Θεό ἀπό ὅτι στόν ἑαυτό του.
Θά μποροῦσαν καί οἱ δύο ἅγιοι, ὁ ἅγιος Διονύσιος καί ὁ ἅγιος Ἱερόθεος, νά μήν ἀκολουθήσουν ἀμέσως τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Θά μποροῦσαν νά ποῦν καί αὐτοί, αὐτό πού τοῦ εἶπαν πολλοί ἄλλοι συμπολίτες τους Ἀθηναῖοι· «θά σέ ἀκούσουμε καί πάλι». Θά μποροῦσαν νά ὑπολογίσουν πόσο θά τούς κόστιζε νά ἀκολουθήσουν μία πίστη πού ἦταν ἄγνωστη στούς κύκλους τους καί πού δέν ἤξεραν τί συνέπειες θά εἶχε αὐτή ἡ ἀπόφασή τους γιά τή ζωή τους, γιά τήν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων, γιά τό λειτούργημά τους.
Ὅμως τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά δέν ὑπολόγισαν. Πίστευσαν ἀκολουθώντας τήν καρδιά τους, πού τήν εἶχε ἑλκύσει ἤδη τό κήρυγμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού τήν εἶχε κερδίσει ἤδη ὁ Χριστός. Πίστευσαν μιμούμενοι τό παράδειγμα τῶν δύο μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ἰωσήφ τοῦ ἀπό Ἀριμαθαίας καί τοῦ Νικοδήμου, πού καί οἱ δύο εἶχαν ἀνώτατα ἀξιώματα, ἦταν βουλευτές, οἱ ὁποῖοι αὐθόρμητα πίστευσαν στόν Χριστό καί τόν ἀκολούθησαν χωρίς νά ὑπολογίσουν τή θέση τους καί χωρίς νά φοβηθοῦν μήπως «ἀποσυνάγωγοι γένωνται», καί ἔτσι ἀξιώθηκαν τῆς χάριτός του.
Αὐτή τήν ἀμεσότητα στήν πίστη καί αὐτή τήν ἐμπιστοσύνη πρός τόν Θεό, τήν ὁποία εἶχαν τόσο ὁ σήμερα ἑορτασθείς ἅγιος Διονύσιος ὅσο καί ὁ αὔριο ἑορταζόμενος ἅγιος Ἱερόθεος, ἄς προσπαθήσουμε νά ἀποκτήσουμε καί ἐμεῖς, ὥστε νά προαγόμεθα στήν ἐν Χριστῷ ζωή καί νά ἀξιωθοῦμε τίς δωρεές πού χαρίζει ὁ Θεός σέ ὅσους μέ ἁπλότητα καί ἐμπιστοσύνη τόν ἀκολουθοῦν.
Εἶναι μεγάλο πράγμα νά ἔχουμε ἁπλότητα καί ἀφελότητα καρδίας, νά ἐμπιστευόμαστε στά λόγια τοῦ Χριστοῦ, νά μήν ἀμφιβάλλουμε. Πέρασαν 2.000 χρόνια καί βλέπουμε ὅλοι αὐτοί οἱ ὁποῖοι τόν ἀκολούθησαν εἶναι ὅλοι αὐτοί πού θαυμάζουμε ἐδῶ μέσα στούς ναούς μας, πού τί ἔκαναν; Ἐγκατέλειψαν τά πάντα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἐγκατέλειψαν θέση, ὀμορφιά, νεότητα, τά πάντα. Δέν σκέφθηκαν τίποτε. Τά πάντα τά θεώρησαν, λέει, «σκύβαλα», γιά νά κερδίσουν τόν Χριστό. Καί ἐμεῖς εἴμεθα βέβαιοι, γιατί εἴμεθα ὅλοι χριστιανοί ὀρθόδοξοι, βαπτισμένοι, μυρωμένοι, μέσα στά νάματα τῆς Ἐκκλησίας μας, κοινωνοῦμε τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτά ὅμως δέν πρέπει νά τά παίρνουμε ἔτσι ἐπιπόλαια, ἀλλά πρέπει νά πιστεύουμε ὅτι καί ἐμεῖς γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι Χριστοῦ, ἔχουμε δηλαδή, ὅταν κοινωνοῦμε τό ἴδιο σῶμα καί τό ἴδιο αἷμα μέ τόν Χριστό.
Αὐτή ἡ ζωή μας ἔχει ἕνα τέλος. Ποιός ἔμεινε σ᾽ αὐτήν; Οἱ πάντες ἔφυγαν, ὅποιοι καί ἄν ἦταν. Ἐκεῖνο πού πρέπει ὅμως νά μᾶς ἐνδιαφέρει εἶναι τό τέλος αὐτοῦ τοῦ δρόμου, τό τέλος αὐτῆς τῆς ζωῆς, πού δέν εἶναι τέρμα ἀλλά εἶναι ἀρχή μιᾶς νέας ζωῆς, μιᾶς αἰώνιας ζωῆς, μιᾶς ἀτελεύτητης ζωῆς, μιᾶς πραγματικότητος. Γιατί αὐτά πού ζοῦμε τώρα εἶναι προσωρινά, εἶναι πρόσκαιρα. Ποιός ἔμεινε; ὅ,τι καί ἄν ἔχουμε, ὅσα χαρίσματα καί ἄν ἔχουμε, ὅσα τάλαντα καί ἄν ἔχουμε, ὅσες δόξες καί ἄν ἔχουμε, ὅσα πλούτη καί ἄν ἔχουμε, κανείς δέν τά πῆρε μαζί του. Ὅλα ἔμειναν ἐδῶ. Καί τί ἔμεινε; Ἔμεινε ἡ πίστη πού εἶχαν γιά τόν Χριστό, ἡ ἀγάπη πού εἶχαν γιά τόν Χριστό. Αὐτά ἔμειναν καί τά καλά ἔργα, τά ὁποῖα ἔκαναν ἐδῶ ἐν ζωῇ, διότι αὐτά τούς ἀκολούθησαν καί στήν ἄλλη ζωή. Διότι ἐκεῖ αὐτά θά βροῦμε, ὅ,τι καλό κάνουμε, θά τό βροῦμε ἐκεῖ, καί ὅ,τι κακό κάνουμε, θά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Τό φαντάζεσθε αὐτό; Νά ζοῦμε αἰώνια, ἀτελεύτητα μακράν τοῦ Θεοῦ! Νά μήν πῶ ὅλα αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τήν κόλαση. Καί μόνο ἡ στέρηση τῆς θέας τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη τιμωρία. Νά τό ξέρετε καί νά τό ξέρουμε ὅλοι μας. Ἄς μή στερηθοῦμε αὐτῆς τῆς εὐκαιρίας, φεύγοντας ἀπό αὐτή τή ζωή, ἐπειδή δέν ἔχουμε ἑτοιμάσει τόν ἑαυτό μας νά ζήσουμε αἰώνια, ὅπως τό ἔκαναν οἱ ἅγιοι, ὅπως τό ἔκανε ὁ ἅγιος Διονύσιος, ὁ ἅγιος Ἱερόθεος, οἱ ἅγιοι Πέτρος καί Παῦλος, οἱ ὁποῖοι τά πάντα τά ἐγκατέλειψαν μόνο γιά τόν Χριστό.
Γι᾽ αὐτό θέλω νά εὐχαριστήσω τόν π. Χρῆστο πού μᾶς ἔδωσε αὐτή τήν ὡραία εὐκαιρία τῆς προσευχῆς, τῆς θείας λατρείας, γιά ὅλους ἐμᾶς, καί γιά μένα καί γιά σᾶς, πού προσευχηθήκαμε ἀπόψε καί ζητήσαμε ἀπό τόν Θεό νά μᾶς δώσει τήν πίστη πού εἶχε καί ὁ ἅγιος Ἱερόθεος καί ὁ ἅγιος Διονύσιος. Τόν εὐχαριστῶ, γιατί πέρα ἀπό τίς ἄλλες δραστηριότητες πού ἔχει, πού ὅλες εἶναι καλές καί εἶναι μέσα στή διακονία μας, καί ἡ φιλανθρωπία καί οἱ ἀνεγέρσεις καί ἡ εὐπρέπεια τοῦ ναοῦ, τό πιό σπουδαῖο πράγμα εἶναι αὐτό πού ἔκανε τώρα γιά τίς ψυχές: νά ἀνακαινίσουμε τίς ψυχές μας μέσα στά νάματα τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στήν προσευχή, μέσα στό σῶμα καί στό αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
Εὔχομαι ὁ Θεός νά τοῦ δίδει χρόνια τήν εὐλογία νά διακονεῖ τήν Ἐκκλησία, νά σᾶς διακονεῖ, νά σᾶς φωτίζει καί νά σᾶς καθοδηγεῖ σέ αὐτή τήν κατεύθυνση πού ὁδηγεῖ μόνο στόν Χριστό. Ὅλα τά ἄλλα θά τά ἀφήσουμε, ὅλα τά ἄλλα θά μείνουν. Ὑπάρχουν πολλοί δρόμοι. Ὑπάρχουν δρόμοι ἁμαρτίας, ὑπάρχουν δρόμοι πού πιστεύουμε ὅτι μᾶς βοηθοῦν στή ζωή μας. Ἄν δέν μᾶς βοηθοῦν στή συνάντησή μας μέ τόν Χριστό, εἶναι λανθασμένοι δρόμοι. Γι᾽ αὐτό ἄς ἐπωφεληθοῦμε, ἄς κερδίσουμε τίς εὐκαιρίες πού μᾶς δίδει ὁ Χριστός. Ἀμήν.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ