Το Σάββατο 2 Δεκεμβρίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Αλεξανδρείας με την ευκαιρία της εορτής του Οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, καθώς εντός του Ιερού Ναού υπάρχει παρεκκλήσιο προς τιμήν του εορταζομένου Αγίου.
Κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας τέθηκε σε προσκύνηση φιαλίδιο με αίμα του Οσίου Πορφυρίου, το οποίο φυλάσσεται στην Ιερά μας Μητρόπολη, ενώ ο Ποιμενάρχης μας κ. Παντελεήμων κηρύττοντας τον θείο λόγο ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ὁδόν τήν στενήν καί τεθλιμμένην … ἐβάδισας, Πορφύριε, … καί κατήντησας εἰς φωτεινά σκηνώματα».
Μαζί μέ τόν προφήτη Ἀββακούμ, τόν ὁποῖο ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, καί ὁ ὁποῖος ἔζησε ἑπτά περίπου αἰῶνες πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τιμᾶ καί τή μνήμη ἑνός ἁγίου τῆς ἐποχῆς μας, τοῦ ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου, ἑνός ἁγίου, ὁ ὁποῖος εἶχε λάβει ἀπό τόν Θεό τό προορατικό καί τό διορατικό χάρισμα.
Δέν τά εἶχε λάβει ὅμως προκειμένου νά ἐξασφαλίζει στόν ἑαυτό μία καλύτερη ζωή, ἀλλά ἐπειδή ἡ ζωή του, ἡ ψυχή του καί τό σῶμα του ἦταν κεκαθαρμένα, ἦταν καθαρά, ὥστε νά ἐνοικεῖ μέσα του ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καί ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει καθαρή τήν ψυχή του, τότε ἀξιώνεται νά δεῖ τόν Θεό, σύμφωνα μέ τόν μακαρισμό τοῦ Κυρίου μας, ὅτι «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». Καί τότε μπορεῖ νά δεῖ μέσω τοῦ Θεοῦ ὅ,τι δέν μπορεῖ νά δεῖ μέ τά ἀνθρώπινα μάτια του καί νά βοηθήσει μέ αὐτόν τόν τρόπο τούς ἀνθρώπους, ὅπως ἔκανε ὁ ἅγιος Πορφύριος γιά τούς ἀνθρώπους πού τόν πλησίαζαν καί ζητοῦσαν τή συμβουλή καί τή βοήθειά του.
Πῶς ἔφθασε ὅμως ὁ ὅσιος σ᾽ αὐτό τό σημεῖο, ὥστε νά λάβει ἀπό τόν Θεό τόσο μεγάλη χάρη;
Ἔφθασε, βαδίζοντας «ὁδόν τήν στενήν καί τεθλιμμένην», ὅπως ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος πρός τιμήν του. Δέν ἐπεδίωξε τίς τιμές καί τίς δόξες τοῦ κόσμου. Δέν ζήτησε ἀνέσεις καί πλούτη. Δέν προσπάθησε νά ζήσει εὔκολα καί χωρίς κόπο.
Ὁ ὅσιος ἐπεδίωξε τή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῆς ἀσκητικῆς ζωῆς, τόσο ὅταν ζοῦσε στά ἀπόκρημνα καί ἐρημικά Καυσκοκαλύβια, στό Ἅγιο Ὄρος, ὅσο καί ὅταν διακονοῦσε στήν Πολυκλινική, στό κέντρο τῆς Ἀθήνας, ὅσο ἀκόμη καί ὅταν ζοῦσε στό ἐρημητήριο του στήν Ἀττική, τά τελευταῖα χρόνια.
Ἀνάπαυσή του ἦταν ἡ νηστεία καί ἡ ἀγρυπνία, εὐχαρίστησή του ἡ διαρκής προσευχή, ἀπασχόλησή του ἡ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί ἡ διακονία τῶν ἀνθρώπων, ἐργασία του ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί ἡ κάθαρση τοῦ νοῦ καί τῆς ψυχῆς του. Ὅλα αὐτά δέν ἦταν εὔκολα, δέν ἦταν ξεκούραστα. Τά ἀσκοῦσε ὅμως ὁ ὅσιος Πορφύριος ἀπό ἀγάπη γιά τόν Χριστό καί γιατί πίστευε στόν λόγο τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου «ὅτι οὐκ ἄξια τά παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρός τήν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς».
Πρός αὐτή τή δόξα ἀπέβλεπε ὁ ὅσιος Πορφύριος καί αὐτή τή ζωή ἐπιθυμοῦσε, γιατί γνώριζε ὅτι αὐτή δέν εἶναι πρόσκαιρη ἀλλά αἰώνια, ὅπως αἰώνια εἶναι καί τά ἀγαθά, τά ὁποῖα ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Θεός «τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Γι᾽ αὐτό ὄχι μόνο δέν ἐνδιαφερόταν γιά τά ἐγκόσμια ἀλλά καί τά καταφρονοῦσε. Σκληραγωγοῦσε τόν ἑαυτό του καί δέν ὑπολόγιζε οὔτε ταλαιπωρίες οὔτε στερήσεις οὔτε κόπους γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἀπέβλεπε στό «βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως». Ἔκανε, δηλαδή, ὁ ὅσιος Πορφύριος τό ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού κάνουμε οἱ περισσότεροι ἀπό ἐμᾶς στή ζωή μας.
Τί κάνουμε; Ὅταν σκεφτόμαστε τό μέλλον, ὅταν σκεφτόμαστε πῶς θά ζήσουμε, ποιόν δρόμο θά ἀκολουθήσουμε, ἀλλά καί ἀκόμη ὅταν ἀποφασίζουμε γιά ἁπλά καί καθημερινά πράγματα τῆς ζωῆς μας, αὐτό πού ὑπολογίζουμε καί μετροῦμε εἶναι πόσο εὔκολο εἶναι, πόσο εὐχάριστο εἶναι, πόσο γρηγορότερα θά ἐπιτύχουμε τό μεγαλύτερο κέρδος, τή μεγαλύτερη εὐχαρίστηση, μέ τή λιγότερη προσπάθεια, μέ τόν λιγότερο κόπο, ἀλλά καί πόσο αὐτό θά μᾶς χαρίσει τήν ἐκτίμηση τῶν συνανθρώπων μας, τήν τιμή καί τή δόξα τοῦ κόσμου.
Αὐτά εἶναι τά κριτήριά μας. Σπανίως σκεφτόμαστε ποιό εἶναι γιά τό καλό μας, ποιό εἶναι ὠφέλιμο καί συμφέρον γιά τήν ψυχή μας, ποιό εἶναι σύμφωνο μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποιό μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσει νά κάνουμε ἕνα βῆμα πρός τή σωτηρία μας, ποιό μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ στήν αἰώνια ζωή.
Βλέπουμε συνήθως τό πρῶτο μέρος τοῦ δρόμου πού ἔχουμε νά βαδίσουμε καί ἀπορρίπτουμε ὅ,τι μᾶς φαίνεται δύσκολο ἤ ἐπίπονο, ξεχνώντας τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας, πού εἶχε κατά νοῦν καί ὁ ἑορταζόμενος ὅσιος Πορφύριος, ὅτι δηλαδή εἶναι «στενή καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν».
Ἀσφαλῶς ὁ Θεός δέν μᾶς ζητᾶ νά θρηνοῦμε διαρκῶς ἤ νά ζοῦμε σέ καλύβες ἤ σέ ἕνα τροχόσπιτο, ὅπως ἔκανε ὁ ὅσιος Πορφύριος, ὁ ὁποῖος εἶχε φθάσει σέ μεγάλα ὕψη ἀρετῆς καί ἁγιότητος. Δέν θά πρέπει ὅμως νά ξεχνοῦμε ὅτι, ἄν τίποτε καλό δέν κερδίζεται στή ζωή μας χωρίς κόπο, κατά μείζονα λόγο δέν μποροῦμε νά προοδεύσουμε καί στήν πνευματική μας ζωή χωρίς κόπο, οὔτε νά κερδίσουμε χωρίς κόπο τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ἄς παραδειγματισθοῦμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς ἀπό τόν ζῆλο καί τήν αὐταπάρνηση τοῦ ἑορταζομένου μεγάλου ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ ὁσίου Πορφυρίου, καί ἄς ἐπαναξετάσουμε τίς ἐπιλογές τῆς ζωῆς μας καί τήν πορεία μας, γιά νά ἀξιωθοῦμε καί ἐμεῖς μέ τίς πρεσβεῖες τοῦ ὁσίου Πορφυρίου, ὁ ὁποῖος εἶναι παρών καί αὐτή τή στιγμή ἐδῶ, ἀνάμεσά μας, μέ τό χαριτόβρυτο αἷμα του, τό ὁποῖο ἔχουμε τήν εὐλογία νά θέτουμε εἰς προσκύνηση, νά φθάσουμε στά «φωτεινά σκηνώματα» τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τά ὁποῖα καί ὁ ἴδιος ἀπολαμβάνει. Καί θά φθάσουμε, ὅταν καί ἐμεῖς θά προσπαθήσουμε, ἀγαπώντας τόν Θεό, νά τηρήσουμε τίς ἐντολές του, νά δείξουμε αὐτή τήν πραγματική ἀγάπη γιά τήν οὐράνια βασιλεία, ἡ ὁποία ἔχει ἑτοιμασθεῖ γιά ὅσους ἀγαποῦν τόν Θεό. «Τοῖς ἀγαπῶσι τόν Θεόν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν». Ὅταν τόν ἀγαποῦμε, νά εἴμεθα βέβαιοι ὅτι πολλά πράγματα στή ζωή μας θά πηγαίνουν κατ᾽ εὐδοκίαν Θεοῦ, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί μέ τή βεβαιότητα ὅτι δι᾽ ὅλων αὐτῶν τῶν πραγμάτων, τά ὁποῖα καμιά φορά εἶναι καί στενάχωρα, διότι, ὅπως λέγει, «διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν».
Ἄς τό ἔχουμε ὑπόψη μας, ἄς ἐπικαλούμεθα τή χάρη τοῦ ἁγίου Πορφυρίου καί νά εἴμεθα βέβαιοι ὅτι θά εἶναι δίπλα μας πάντοτε.